Πιστεύετε ότι το κυνήγι της ομορφιάς, έτσι όπως αυτό οργανώνεται στη σημερινή κοινωνία, είναι επικίνδυνο;
Είναι πολλοί και διαφορετικοί οι λόγοι που οι μαθητές της ταινίας διαλέγουν να παρακολουθήσουν το μάθημα της κυρίας Νόβακ, η οποία προπαγανδίζει τη "συνειδητή διατροφή" ("conscious eating"). Κανείς δεν φαντάζεται ότι αυτό θα τους οδηγήσει τελικά στην ανορεξία. Ένας μιλάει για την προστασία του περιβάλλοντος, ο άλλος επικαλείται λόγους υγείας και σιγά σιγά αποκαλύπτεται αυτή η κοινωνικά υστερική εμμονή για ομορφιά, με την έννοια της τελειότητας: μια ιδανική εικόνα, την οποία φυσικά δεν μπορούμε ποτέ να κάνουμε δική μας.
Το πρόβλημα εντοπίζεται περισσότερο στην οικογενειακή ή τη σχολική διαπαιδαγώγηση;
Είναι κάτι που αφορά όλους τους ενηλίκους, μιας και ο καθένας μας είναι παγιδευμένος σε συγκεκριμένες συμπεριφορές για τους δικούς του, ξεχωριστούς λόγους. Εγώ θα τοποθετούσα την αρχή του προβλήματος στην οικογένεια και στο χρόνο τον οποίο αφιερώνουν οι γονείς στα παιδιά τους, ο οποίος όλο και μειώνεται, κάνοντάς τα ευάλωτα σε ιδέες και πρότυπα που έρχονται από την τηλεόραση, τα περιοδικά, το διαδίκτυο…
Αυτές οι ιδέες αναπτύσσονται στην ταινία με έναν ιδιαίτερο τρόπο, ο οποίος επιχειρεί να ισορροπήσει ανάμεσα στο δράμα και την ειρωνεία.
Κάθε φορά που ξεκινάω μια καινούργια ταινία ψάχνω να βρω τον σωστό τόνο, ο οποίος είναι ένας συνδυασμός τραγωδίας και γέλιου, αλλά ενός γέλιου αμήχανου, που σε κάνει να νιώθεις άβολα και, αναπόφευκτα, ν’ αρχίσεις να σκέφτεσαι. Είναι ένα συναίσθημα το οποίο σε φέρνει πιο κοντά στον παραλογισμό της ανθρώπινης ύπαρξης, κάτι που ως ιδέα υπάρχει σε όλες τις ταινίες μου. Γι’ αυτό φροντίζω να διατηρώ την ίδια λίγο-πολύ απόσταση από όλους τους ήρωές μου, μιας και όλοι μας μπορούμε να φανούμε τη μια στιγμή θαρραλέοι κι αξιοθαύμαστοι και την επόμενη εγωιστές και γελοίοι.
Πιστεύετε ότι παίρνουμε τον εαυτό μας υπερβολικά στα σοβαρά;
Αναμφίβολα. Και αυτό μας κάνει να είμαστε τόσο στενά και κοντόφθαλμα προσκολλημένοι στις ιδέες μας. Γι’ αυτό και τα παιδιά στην ταινία γίνονται φανατικοί υποστηρικτές της "συνειδητής διατροφής", φτάνοντας στα άκρα.
Αυτό το υποδόριο χιούμορ, το οποίο αναφέρατε, ενισχύεται και από το weird σκηνοθετικό σας στιλ, το οποίο είναι έντονα "σχολιαστικό".
Είναι κάτι το οποίο έχουμε κατακτήσει μαζί με τον Μάρτιν Γκσλαχτ, το διευθυντή φωτογραφίας όλων των ταινιών μου. Θέλουμε η σκηνοθετική ματιά μας να είναι μια κινηματογραφική γλώσσα που δεν υπηρετεί απλώς την ιστορία ή τα συναισθήματα των χαρακτήρων, αλλά είναι από μόνη της ένα σχόλιο. Σαν να είναι η κάμερα ένας ακόμα χαρακτήρας ο οποίος παρατηρεί τους υπόλοιπους και έχει το δικό του βλέμμα στα γεγονότα. Το ύφος, η οπτική ταυτότητα μιας ταινίας είναι κάτι πολύ σημαντικό κατά τη γνώμη μου και πάντα δίνω μεγάλο βάρος σ’ αυτό, και ενδυματολογικά και σκηνογραφικά… Για παράδειγμα, κάναμε μεγάλη έρευνα μέχρι να επιλέξουμε το St Catherine’s College στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης για χώρο του σχολείου, γιατί είναι ένα κτίριο σχεδιασμένο από τον Δανό αρχιτέκτονα Άρνε Γιάκομπσεν. Πολύ στιλάτο, πολύ ιδιαίτερο και, κυρίως, θα μπορούσε να είναι οπουδήποτε στην Ευρώπη.
Αυτό σημαίνει πως προσαρμόζετε τις ιστορίες που σας ενδιαφέρουν στο σκηνοθετικό σας ύφος και όχι το ύφος σας στην ιστορία την οποία θέλετε να αφηγηθείτε;
Ακριβώς έτσι. Είναι φορές που σκέφτομαι μια ιστορία, αλλά αναπτύσσοντάς τη διαπιστώνω ότι δεν μπορώ να τη σκηνοθετήσω επειδή δεν βρίσκω πως ταιριάζει στην προσέγγισή μου, η οποία θέλω να είναι πάντα αυτός ο συνδυασμός κωμωδίας και δράματος, σοβαρότητας και γελοιότητας. Αφορά την οπτική μου πάνω στην ανθρώπινη κατάσταση, στις αντιφάσεις και τις παραξενιές της. Δεν μπορώ να δεχθώ τις απόλυτες αλήθειες και με ενδιαφέρει να περιγράψω την περιπέτειά μας να βρούμε μια θέση ανάμεσα στο καλό και το κακό, το δραματικό και το αστείο, την αλήθεια και το ψέμα.