Οι 16 Ίριδες που διεκδικεί η "Φόνισσα" ήρθαν νομοτελειακά

Στις υποψηφιότητες της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου αποτυπώνεται η επιτυχία της ποιοτικής διασκευής της Εύας Νάθενα.

Φόνισσα

Παρότι στα χαρτιά η ιδέα μιας κινηματογραφικής μεταφοράς ενός γνωστού και κλασικού ελληνικού μυθιστορήματος δεν ακούγεται σαν ένα μεγάλο δημιουργικό ρίσκο, κάθε άλλο παρά δεδομένη είναι η επιτυχία ενός τέτοιου εγχειρήματος. Υπάρχουν αρκετά, όσο και πρόσφατα, παραδείγματα ταινιών που ενώ βασίζονται σε καθολικώς γνωστά έργα, δηλαδή είχαν δεδομένο intellectual property που θα έλεγαν και οι Αμερικάνοι, το τελικό αποτέλεσμα αποδεικνυόταν στην καλύτερη περίπτωση αδιάφορο. Υπό αυτήν την έννοια, οι 16 υποψηφιότητες που απέσπασε πρόσφατα η "Φόνισσα" στα βραβεία Ίρις της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου, έρχονται σαν αναγνώριση της απαιτητικής και ποιοτικής δουλειάς που έγινε από τη σκηνοθέτρια Εύα Νάθενα και την ομάδα της, ανεξαρτήτως πόσων αγαλματιδίων αποσπάσει, τελικά, το βράδυ της απονομής την 26η Ιουνίου.

Είχε προηγηθεί η πολύμηνη παραμονή της ταινίας στις μαρκίζες που μεταφράζεται σε περισσότερα από 433.000 εισιτήρια. Ως μέτρο σύγκρισης αναφέρουμε, ενδεικτικά, τα 465.887 εισιτήρια της "Barbie" (Γκρέτα Γκέργουιγκ), τα 440.520 του "Οπενχάιμερ", πρεμιέρες Ιουλίου και Αυγούστου αντίστοιχα, όπως επίσης τα 424.134 του "Poor Things". Τελείως διαφορετικά μεγέθη μεταξύ τους, αλίμονο, οι αριθμοί τους, ωστόσο, είναι ενδεικτικοί της δυναμικής που μπορεί να πετύχει μια ελληνική καλλιτεχνική εμπορική παραγωγή. Η "Φόνισσα", εξάλλου, έρχεται στο πλαίσιο μιας τάσης που παρατηρείται την τελευταία πενταετία, εάν λάβουμε ως σημείο αναφοράς την "Ευτυχία" (Άγγελος Φραντζής, 2019), κατά την οποία κάθε χρόνο σταθερά παρατηρείται τουλάχιστον ένα ελληνικό σουξέ στα σινεμά. Θυμίζουμε, ακόμα, το περσινό "Πίσω από τις Θημωνιές" (Ασημίνα Προέδρου), αλλά και φιλμ όπως την "Μπαλάντα της Τρύπιας Καρδιάς" (Γιάννης Οικονομίδης, 2020) και "Digger" (Τζώρτζης Γρηγοράκης, 2020), μεταξύ πολλών άλλων.

Φόνισσα
Φόνισσα

Για να φτάσει, βέβαια, η διασκευή του βιβλίου του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, χρειάστηκε να περάσει πάνω από μια δεκαετία. Όπως είπε χαρακτηριστικά η Νάθενα σε συνέντευξή της στο "α": "Ως σκέψη υπήρχε στο μυαλό μου για περισσότερα από δέκα χρόνια. Μελετούσα, συνέλεγα στοιχεία, εικόνες, ιδέες και έρευνες, χωρίς να γνωρίζω αν θα οδηγούσαν απαραίτητα σε κάτι. Κάποια στιγμή, λοιπόν, γύρω στο 2009, ο άντρας μου μού έκανε δώρο ένα λάπτοπ. Δεν τα πήγαινα ποτέ καλά με την τεχνολογία, έτσι για να ξορκίσω την καχυποψία μου αποφάσισα να φτιάξω ένα φάκελο στην επιφάνεια εργασίας όπου θα έβαζα όλα όσα είχα συγκεντρώσει γύρω από τη ‘Φόνισσα’. Δίστασα, όμως, να του δώσω αυτόν τον τίτλο, οπότε τον ονομάτισα απλώς "ταινία" και άρχισα σταδιακά να τον εμπλουτίζω. Πολύ καιρό μετά, την άνοιξη του 2020, κάναμε καραντίνα μαζί με την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη και άλλους φίλους στην Επίδαυρο. Τότε τους αφηγήθηκα μια σύντομη συναναστροφή που είχα με το σκηνοθέτη Αλεξάντερ Πέιν όταν επισκέφθηκε το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης το 2013. Του είχα πει με θάρρος ότι πρέπει να έρθει να γυρίσει μια ταινία στην Ελλάδα και αυτή δεν θα μπορούσε να είναι άλλη πέρα από τη ‘Φόνισσα’. Σημείωσε τον τίτλο στο μπλοκάκι του και μου υποσχέθηκε ότι μέσα σε ένα χρόνο θα ξέρει τόσο καλά ελληνικά, ώστε να το διαβάσει στο πρωτότυπο και να μοιραστεί μαζί μου τις εντυπωσεις του. Φυσικά κάτι τέτοιο δεν συνέβη, οπότε, όταν έφτασα σε αυτό το σημείο της ιστορίας, ένα μέλος της παρέας πρότεινε να γυρίσω εγώ την ταινία. Θυμίζω ότι βρισκόμασταν σε μια φάση όπου δεν υπήρχε καμία προοπτική δουλειάς στον ορίζοντα, επομένως όλη η συζήτηση έγινε μεταξύ σοβαρού και αστείου. Παρ’ όλα αυτά, επειδή μετρούσα ήδη μία δεκαετία εξοικείωσης με το έργο του Παπαδιαμάντη και η επιθυμία μου να τη μεταφέρω στο σινεμά ήταν πολύ μεγάλη, το ίδιο κιόλας βράδυ κάλεσα την Κατερίνα Μπέη ώστε να αρχίσει να δουλεύει πάνω σε ένα σενάριο. Σχετικά σύντομα, στήθηκε μια πρώτη ομάδα, η οποία άρχισε να δουλεύει δοκιμαστικά πάνω στη ‘Φόνισσα’".

Φόνισσα νέο 1
©Marilena Anastasiadou

Φυσικά, καθοριστική στη δημιουργική διαδικασία ήταν η επιλογή της Καραμπέτη στον πρωταγωνιστικό ρόλο η οποία, μιλώντας μας με αφορμή την πρεμιέρα της ταινίας, επισήμανε τον επίκαιρο χαρακτήρα του πρωτότυπου βιβλίου: "Επειδή και ο ίδιος ο Παπαδιαμάντης φρόντισε να ενσωματώσει στο αφήγημά του φαινόμενα τα οποία ήταν μεν γνωστά τότε, αλλά δεν συζητούνταν ανοιχτά. Όπως ότι ήδη από το 1838, η δημογεροντία της Σκοπέλου είχε ζητήσει την κατάργηση της προίκας, επειδή είχε διαπιστώσει πως συνδέεται με ‘ανομολόγητους φόνους θηλέων βρεφών’. Υπήρχαν, άρα, μαρτυρίες ότι πολλές φτωχές οικογένειες ήταν ανήμπορες να αντεπεξέλθουν στις ανάγκες της προίκας ενός δεύτερου ή τρίτου κοριτσιού. Μάλιστα, από τη γέννα και μέχρι να σαραντίσει ένα παιδί, υπήρχε το περιθώριο ο πατέρας να δώσει εντολή σε έναν άνθρωπο, επ’ αμοιβή, να αναλάβει το σκληρό καθήκον να πνίξει το μωρό. Ο Παπαδιαμάντης δύσκολα θα έθιγε με απόλυτη σαφήνεια ένα τέτοιο θέμα ταμπού, το οποίο κηλιδώνει την εικόνα της ενάρετης ελληνικής οικογένειας. Από τη μεριά της, η Εύα με τόλμη επέλεξε η Φραγκογιαννού να ασκεί αυτό το ‘επάγγελμα’ στην ταινία. Η διαφορά εντοπίζεται σε αυτό που ο Παπαδιαμάντης περιγράφει με τη φράση ‘ψηλώνει ο νους της’, δηλαδή πως από ένα σημείο και έπειτα θολώνει η λογική της και οδηγείται σε φόνους μεγαλύτερων ηλικιών. Ο στόχος μας δεν ήταν σε καμία περίπτωση να δοθεί η εντύπωση ότι δικαιολογούνται οι πράξεις της Φραγκογιαννούς, αλλά να δείξουμε πώς συγκεκριμένες κοινωνικές συνθήκες είναι ικανές να γεννήσουν ένα τέρας. Εξάλλου ούτε η ίδια αντέχει τον εαυτό της, αλλά πιστεύει πως κάνει ένα ‘δώρο’ στα θύματά της, απαλλάσσοντάς τα από το κακό που τις περιμένει. Κάτι που γνωρίζει καλά, αφού έχει και η ίδια υποφέρει από τη μητέρα της και ολόκληρο τον περίγυρο στον οποίο ανατράφηκε".

Το τελικό αποτέλεσμα μοιάζει με έναν υποβλητικό καφκικό, έμφυλα και κοινωνικά προσδιορισμένο υπαρξιακό εφιάλτη, όπως γράφαμε χαρακτηριστικά στην κριτική της "Φόνισσας", προσθέτοντας πως: "Την αίσθηση ενισχύει το εύρημα του ‘φαντάσματος’ της μητέρας της, η αγγελοπουλική εικονογραφία, τα ασφυκτικά εσωτερικά πλάνα (με τις πόρτες να ‘καδράρουν’ κλειστοφοβικά τις πρωταγωνίστριες) και ένα υπερβολικό κατά στιγμές στιλιζάρισμα χαρακτήρων, τοπίων και συμπεριφορών, το οποίο υπερβαίνει το νατουραλισμό και σπρώχνει τη ‘Φόνισσα’ στα όρια του θρίλερ".

Κλείνοντας, σημειώστε πως η "Φόνισσα" πρόκειται σύντομα να επιστρέψει στη μεγάλη οθόνη για επιλεγμένες προβολές, ενόψει των 15ων βραβείων Ίρις. Περισσότερες πληροφορίες θα γίνουν σύντομα γνωστές από την Ακαδημία.

Διαβάστε Επίσης

Περισσότερες πληροφορίες

Φόνισσα

3
  • Δραματική
  • 2023
  • Διάρκεια: 97 '
  • Εύα Νάθενα

Σε ένα νησί του 1900, η χήρα Χαδούλα, πολύτεκνη μάνα και γιαγιά, γίνεται βρεφοκτόνος κοριτσιών θέλοντας να τα σώσει από τη σκληρή μοίρα που τα περιμένει.

Διαβάστε ακόμα

Τελευταία άρθρα Σινεμά

Heritage in Focus: Χώροι μουσικής και κινηματογράφου σε κίνδυνο

Στην πρώτη εκδήλωση θα συζητηθούν οι απειλές που αντιμετωπίζουν οι πολιτιστικοί χώροι στις πόλεις, εστιάζοντας στη μουσική σκηνή του Βερολίνου και το κινηματογραφικό τοπίο της Αθήνας

ΓΡΑΦΕΙ: ATHINORAMA TEAM
21/11/2024

Τέσσερις μέρες γεμάτες μικρού μήκους του Athens Short Film Festival

Σαράντα ταινίες από όλο τον κόσμο παρουσιάζει η φρέσκια διοργάνωση που επιστρέφει στο Κουκάκι.

"Ο Νόμος του Μέρφυ": Άγγελε Φραντζή, πώς γύρισες την πιο φιλόδοξη ελληνική ταινία της χρονιάς;

Ο πολυσχιδής σκηνοθέτης ανοίγει τα χαρτιά του γύρω από την ορμητική παραγωγή, στην οποία η Κάτια Γκουλιώνη υποδύεται μια αποτυχημένη ηθοποιό που ζει διαδοχικές διαφορετικές πραγματικότητες, ελπίζοντας να βρει τον εαυτό της.

Ο Νόμος του Μέρφυ

Ένα γράμμα αγάπης στο ίδιο το σινεμά και τη ζωή, ένα μεθυστικό κολάζ αναφορών και ανθρωπιάς, το οποίο παρόλο που παρασύρεται από την ορμή και την πληθωρικότητά του.

Μικρά Πράγματα Σαν κι Αυτά

Αληθινά περιστατικά εμπνέουν ένα χαμηλότονο δράμα χαρακτήρων με κοινωνική ευαισθησία, διηγηματική λιτότητα και καίριες ερμηνείες (βραβείο στο Φεστιβάλ Βερολίνου για την Έμιλι Γουότσον).

Μικρό Θλιμμένο Κορίτσι

Εσωστρεφής όσο και δημιουργικά πρωτότυπος συνδυασμός ψυχολογικού δράματος και ντοκιμαντέρ. Υπερβολικά φιλόδοξη ως σινε-κατασκευή, αποτυπώνει το πνεύμα μιας ανήσυχης εποχής.

Η Κουζίνα

Ανισόρροπο δράμα πάνω στο κυνήγι του αμερικανικού ονείρου, διχασμένο ανάμεσα στο κομψό στιλιζάρισμα, το αιχμηρό ψυχογράφημα και το οξύ κοινωνικό σχόλιο.