Στην Ιταλία, όπως και στην Ελλάδα, το πρόβλημα της αρχαιοκαπηλίας είναι μεγάλο και διαρκές. Αυτό ενέπνευσε το θέμα της ταινίας σας;
Πρώτα ήταν η πανδημία και η ιδέα του θανάτου, η οποία μας έγινε πιο έντονη. Την αισθανθήκαμε πιο απτή, πιο κοντινή. Στη δεκαετία του ’80 κατόπιν, στην οποία μεγάλωσα, υπήρχε μια έξαρση της αρχαιοκαπηλίας και ως παιδί θυμάμαι ανθρώπους να βγαίνουν τη νύχτα για κυνήγι θησαυρού, άλλοι στα δάση, άλλοι σε παλιά νεκροταφεία… Συμβαίνει πράγματι στις χώρες με πολιτισμό αιώνων, σ’ όλη τη Μεσόγειο. Γοητευόμουν επίσης από ιστορίες τυμβωρύχων, οι οποίοι διηγόντουσαν πως άνοιγαν τάφους και τα πτώματα εξαερώνονταν στα χέρια τους ή άλλες τρομακτικές ιστορίες. Είναι άνθρωποι οι οποίοι δεν έχουν αίσθηση του ιερού και ήθελα να μιλήσω για μια γενιά που δεν έχει ισχυρούς δεσμούς με το παρελθόν του.
Η σχέση μας με τους νεκρούς είναι πολύ διαφορετική απ’ ότι στις παλιότερες κοινωνίες.
Έχει να κάνει με πολλά πράγματα και ένα απ’ αυτά είναι η ανάγκη υπενθύμισης και συντήρησης του παρελθόντος. Σήμερα έχουμε την τάση να θεωρούμε το παρελθόν είτε ένδοξο, οπότε πρέπει οι αξίες του να διατηρηθούν αναλλοίωτες, είτε ντροπιαστικό, κάτι το οποίο πρέπει να καταστραφεί και να ανατραπεί. Αν, όμως, έχουμε μια υγιή σχέση μαζί του, μόνο το παρελθόν μπορεί να μας αποκαλύψει ποιοι πραγματικά είμαστε.
Η επιλογή της Ιζαμπέλα Ροσελίνι είναι μια δική σας αναφορά στο κινηματογραφικό παρελθόν;
Τη θαυμάζω πολύ τόσο ως ηθοποιό όσο και ως γυναίκα. Διαθέτει χιούμορ, χαρά, ενέργεια και πάντα ήθελα να δουλέψω μαζί της. Και κουβαλάει φυσικά όλη αυτή την σπουδαία κινηματογραφική ιστορία, τον Ρομπέρτο Ροσελίνι, ένας από τους πιο αγαπημένους μου σκηνοθέτες, και την Ίνγκριντ Μπέργκμαν.
Πως έγινε η επιλογή του Τζος Ο’Κόνορ;
Για το ρόλο του Άρθουρ, του Βρετανού αρχαιολόγου, είχα αρχικά στο νου μου έναν πιο ηλικιωμένο ηθοποιό. Δεν μπορούσα όμως να βρω τον κατάλληλο και εκείνη την περίοδο πήρα ένα γράμμα από τον Τζος Ο’Κόνορ, ο οποίος μου έγραφε πόσο τον συγκίνησε ο "Ευτυχισμένος Λάζαρος". Συναντηθήκαμε και με κέρδισε αμέσως, γιατί είχε επάνω του πολλά από τα κρυμμένα χαρακτηριστικά του Άρθουρ. Τόσο δυναμικός και θυμωμένος που μπορεί να γίνει βίαιος, αλλά ταυτόχρονα ευγενικός κι ευαίσθητος. Οπότε ξαναέγραψα το ρόλο επάνω του.
Και υπάρχουν βέβαια πολλοί ερασιτέχνες ηθοποιοί στην ταινία…
Το καστ είναι μια μίξη ερασιτεχνών και επαγγελματιών, όπως σ’ όλες τις ταινίες μου. Μου αρέσει να δουλεύω με τρόπο ενστικτώδη κι αυτό με γοητεύει και στους ηθοποιούς. Να μην παίζουν εγκεφαλικά, να παίζουν σωματικά, ακόμα κι αν είναι έμπειροι επαγγελματίες. Είμαι της νεορεαλιστικής σχολής.
Οι τρεις τελευταίες σας ταινίες ("Τα Θαύματα", "Ευτυχισμένος Λάζαρος", "Χίμαιρα") μοιράζονται τόσα πολλά κοινά στοιχεία, θεματικά, γεωγραφικά κι αισθητικά, που θα μπορούσαμε να πούμε ότι αποτελούν μια τριλογία;
Αναγνωρίζω τις ομοιότητές τους και κυρίως το θέμα σχέσης παρελθόντος – παρόντος, το οποίο είναι βασικό σε όλες τους. Δεν υπήρχε όμως κάποιος σχεδιασμός τριλογίας. Είναι μια κινηματογραφική ενότητα, ας την πούμε έτσι, που γεννήθηκε από ανάγκη. Ένιωθα πως έπρεπε να επιστρέψω στο παρελθόν και στην παιδική μου ηλικία, γιατί σε όλες αυτές τις ταινίες υπάρχουν αυτοβιογραφικά στοιχεία από τη νεότητά μου, και να καταλάβω πως το χθες επικοινωνεί με το σήμερα. Το δικό μου και το συλλογικό.
Πως βλέπετε να εξελίσσεται αυτή η επικοινωνία;
Δεν θέλω να εξιδανικεύσω το παρελθόν, αλλά μου φαίνεται πως η σημερινή πραγματικότητα είναι πιο ναρκισσιστική, παραδομένη σε έναν επιπόλαιο ηδονισμό. Το εγώ μας έχει μεγαλώσει, σε αντίθεση με εποχές, και πολύ πιο μακρινές από τη δική μου παιδική ηλικία, όπου η συλλογικότητα ήταν ένα κυρίαρχο αίσθημα.
Γιατί επιλέξατε ως τίτλο της ταινίας την "Χίμαιρα"; Λέξη ελληνικής προέλευσης με διπλή αναφορά: ένα τέρας, αλλά και μια επιθυμία που δεν είναι δυνατό να πραγματοποιηθεί.
Ακριβώς γι’ αυτό. Γιατί αφενός υπάρχει ένα γνωστό ετρουσκικό άγαλμα με το όνομα Χίμαιρα και αφετέρου γιατί ο καθένας από τους ήρωες παλεύει με τις δικές του χίμαιρες. Οι τυμβωρύχοι θέλουν να γίνουν πλούσιοι και να ξεχάσουν το μίζερο παρελθόν τους, ενώ ο Άρθουρ, ο οποίος θέλει να επικοινωνήσει ξανά με τη νεκρή γυναίκα του, επιθυμεί διακαώς να επιστρέψει στο παρελθόν.
Περισσότερες πληροφορίες
Η Χίμαιρα
Ο Βρετανός αρχαιολόγος Άρθουρ επανασυνδέεται με μια ομάδα Ιταλών τυμβωρύχων, οι οποίοι λεηλατούν ετρουσκικούς τάφους. Εκείνοι αναζητούν οτιδήποτε πολύτιμο μπορεί να πουληθεί σε αρχαιοκάπηλους, ενώ εκείνος έχει στο νου του την Μπενιαμίνα, τον μεγάλο, χαμένο έρωτά του, τον οποίο θέλει να συναντήσει ξανά στον κάτω κόσμο.