"Στην οθόνη του μυαλού μου" του Γιάννη Σμοΐλη (εκδ. Αιγόκερως)
Προγραμματιστής του φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και κριτικός με παιδεία και ευρυμάθεια, ο συγγραφέας μας ταξιδεύει σε όλη την κινηματογραφική ιστορία μέσα από μια αυστηρά προσωπική διαδρομή. Αναλύει ταινίες του Μπρεσόν και του Κουροσάβα, του Ταραντίνο και του Λεκόντ, αλλά και την "Μέρα της Μαρμότας", το "It Follows" και τη "Μητέρα!" του Αρονόφσκι. Με στιβαρότητα παλιάς σχολής και κοφτερή, μοντέρνα ματιά, ο Σμοΐλης αιφνιδιάζει ακόμα κι αν γράφει για το "Vertigo" ή τον "Ταξιτζή". Γιατί οι κινηματογραφικές, κοινωνικοπολιτικές και φιλοσοφικές επισημάνσεις του – πάντα αβίαστες, πάντα καίριες – συνδυάζονται με μια ειλικρινή συναισθηματική κατάθεση που εξαφανίζει κάθε ακαδημαϊσμό. Τι να πρωτοδιαλέξει κανείς; Το ξεψάχνισμα της κοενικής μεθόδου; Την πρωτότυπη προσέγγιση των "Φαντασμάτων του Ινισέριν"; Το αριστουργηματικό κείμενο για το "Blade Runner"; Το βιβλίο, το οποίο επαναφέρει την εμπιστοσύνη στην αξία της ουσιαστικής (κι απολαυστικής) κινηματογραφικής κριτικής, συνοδεύεται από ένα μερακλίδικο πρόλογο του διευθυντή του φεστιβάλ Θεσσαλονίκης Ορέστη Ανδρεαδάκη.
"Το ελληνικό σινεμά του φανταστικού" της Βίβιαν Παπαγεωργίου (εκδ. Αιγόκερως)
Όσο μακρύτερα από το Χόλιγουντ πηγαίνει κανείς περιπλανώμενος στον παγκόσμιο σινε-χάρτη, τόσο λιγότερες ταινίες είδους θα συναντήσει. Τι σχέση μπορεί να έχει λοιπόν ο κινηματογράφος του φανταστικού με το ελληνικό σινεμά της κωμωδίας και του κοινωνικού δράματος; Όπως έχει αποδείξει και μέσα από τις ταινίες της ("Inner Land", "Hansel"), η σκηνοθέτις και διδάκτωρ στο ΕΚΠΑ Βίβιαν Παπαγεωργίου είναι λάτρης των ιστοριών φαντασίας και η πλέον κατάλληλη για περιγράψει τη σχέση τους με την ελληνική μεγάλη οθόνη. Η έρευνά της είναι εξονυχιστική, η μεθοδολογία προσέγγισης ακριβής και το αποτέλεσμα της μελέτης τεκμηριωμένο. Η πορεία του φανταστικού σινεμά περιγράφεται από τη γέννησή του και την εποχή του βωβού μέχρι σήμερα και από την ελληνική περιθωριοποίησή του για σχεδόν ολόκληρο τον προηγούμενο αιώνα έως τη γλυκιά εκδίκησή του τα τελευταία χρόνια. Προσέγγιση θεματική και αισθητική, ιστορική και κοινωνική, με ενδελεχή ανάλυση πέντε διαφορετικών μεταξύ τους ελληνικών φιλμ: "Singapore Sling", "Ιστορία 52", "Μέδουσα", "Το Κακό" και "Η Επίθεση του Γιγαντιαίου Μουσακά". Ένα απολύτως απαραίτητο συμπλήρωμα στην ελλιπή για το θέμα κινηματογραφική βιβλιογραφία μας.
"ΟΣΚΑΡ καλύτερης ταινίας" του Δημοσθένη Ξιφιλίνου (εκδ. Ιανός)
Ο Γιώργος Λάνθιμος ξαναέβαλε φέτος την Ελλάδα, έστω και εκ πολλαπλών αντανακλάσεων, στην κούρσα των διασημότερων κινηματογραφικών βραβείων. Τα Όσκαρ όμως, είτε με τις καλλιτεχνικές επιλογές τους είτε με την όλη παραφιλολογία τους, έχουν γράψει έτσι κι αλλιώς το δικό τους κεφάλαιο στην ιστορία του σινεμά και ο έμπειρος Δημοσθένης Ξιφιλίνος, γενικός γραμματέας της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου, μας το "μεταφράζει" μέσα από πολλαπλές αναγνώσεις. Αφιερώνοντας από δυο έως και τέσσερις σελίδες στην κάθε ταινία η οποία από την αρχή του θεσμού και το "Wings" ως και το "Nomadland" απέσπασε την κορυφαία οσκαρική διάκριση, επισημαίνει με καθαρό και αναλυτικό τρόπο θαρραλέες επιλογές και ασυγχώρητες αστοχίες, διαχρονικά αριστουργήματα και ξεπερασμένες πλέον μετριότητες. Πληροφορίες και κριτική άποψη συνδυάζονται απολαυστικά σε μια γεμάτη εκπλήξεις ανάλυση ολόκληρου του αμερικανικού Κινηματογραφικού Κανόνα, μιας και εδώ δεν θα διαβάσετε άλλη μια κοινοτοπία για το "Όσα Παίρνει ο Άνεμος", το "Πλατούν" ή τον "Άρχοντα των Δαχτυλιδιών". Σε μια επιμελημένη έκδοση υψηλής αισθητικής.
"Το φιλμ-δοκίμιο και οι πολιτικές αισθητικές του" του Δημήτρη Κεχρή (εκδ. Αιγόκερως)
Τι σχέση έχουν οι δοκιμιακές ταινίες με τον Μισέλ ντε Μοντέν; Ο Δημήτρης Κεχρής, φωτογράφος, αρθρογράφος, επιμελητής εκθέσεων και υποψήφιος διδάκτωρ στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο, ξεκινάει από πολύ παλιά και περνώντας από τον Τζίγκα Βερτόφ, την νουβέλ βαγκ, τον Κώστα Σφήκα και τον Θανάση Ρεντζή αναλύει περιεκτικά, σε λιγότερες από 100 μικρές σελίδες, την έννοια του φιλμ-δοκίμιο και τη σχέση του τόσο με τις αισθητικές πρωτοπορίες όσο και με το τολμηρό περιεχόμενό του. Το essay-film κερδίζει ολοένα και περισσότερο χώρο στη σύγχρονη κινηματογραφική πραγματικότητα και κάνει σημαντική κοινωνική παρέμβαση, διεκδικώντας θεατές με δικαίωμα γνώμης απέναντι στην παντοκρατορία των κινούμενων εικόνων. Το πόνημα του Κεχρή εξετάζει πολλές από τις πολιτικές αισθητικές του, "αντλώντας από τα πεδία των κινηματογραφικών σπουδών, της πολιτισμικής κριτικής, της ιστορία και της πολιτικής θεωρίας".
"Μια ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου" του Βρασίδα Καραλή (εκδ. Δώμα)
Καθηγητής βυζαντινών και νεοελληνικών σπουδών στο πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ, ο Βρασίδας Καραλής αναθεωρεί σε επαυξημένη έκδοση το βιβλίο του "A history of Greek cinema" του 2012. Προχωρώντας μακρύτερα από την καταγραφή των γεγονότων και τις πραγματολογικές πληροφορίες, προσπαθεί να "διαβάσει" το ελληνικό σινεμά ως μια – χτισμένη πάνω σε αντιφάσεις – συνέχεια, η οποία, ως οπτική γλώσσα, αποτυπώνει στο πανί τη συνολική "ελληνική εμπειρία". Οι επισημάνσεις του αφορούν τις ταινίες, αλλά και το περιβάλλον γύρω απ’ αυτές – την κοινωνική πραγματικότητα, τις εμπορικές επιδόσεις, τις πολιτικές αλλαγές, το ευρύτερο ευρωπαϊκό και παγκόσμιο κινηματογραφικό πλαίσιο. Διαθέτει πολυεπίπεδη ματιά η οποία δεν διασπάται, ισχυρή προσωπική άποψη και μια ακαδημαϊκή στερεότητα μεθοδολογίας και ύφους, στοιχεία κύρους για οποιονδήποτε συγγραφέα θέλει να αναμετρηθεί με την ιστορική αποτίμηση.
"Ο τρίτος δρόμος στον κινηματογράφο" του Ιάκωβου Παναγόπουλου (εκδ. Παπαζήση)
Υπάρχουν πράγματι δυο κινηματογραφικοί δρόμοι; Αυτός του ανεξάρτητου κινηματογραφιστή (της Αρετής) και εκείνος του εμπορικού director (και της Κακίας); Με διδακτορική διατριβή στο έργο του Θόδωρου Αγγελόπουλου, ο Ιάκωβος Παναγόπουλος προσπαθεί να συνδυάσει την επιστημονική έρευνα με την κινηματογραφική δημιουργία και προτείνει ένα καινούριο μοντέλο σινε-δημιουργού, τον "ακαδημαϊκό κινηματογραφιστή". Ένα δάσκαλο και ταυτόχρονα σκηνοθέτη, δυο ρόλοι οι οποίοι μπορούν όχι μόνο να συμπληρώνουν, αλλά και να εμπνέουν ο ένας τον άλλον. Ο συγγραφέας έχει τα μάτια του στραμμένα στο μέλλον, είναι άμεσος στις διαπιστώσεις του και πρακτικός στις προτάσεις του, με τρεις διαφωτιστικές συνεντεύξεις (του σκηνοθέτη Πέτρου Σεβαστίκογλου, του κριτικού του "α" Γιάννη Καντέα-Παπαδόπουλου και του καθηγητή κινηματογράφου Έρικ Κνούντσεν) να συμπληρώνουν τις πρωτότυπα απλές ιδέες του.