Δυστυχώς, οι μεγάλες διεθνείς κινηματογραφικές διοργανώσεις σπανίως τολμούν να επιλέξουν μια ταινία είδους στο κυρίως διαγωνιστικό πρόγραμμά τους. Ίσως όχι από περιφρόνηση, αλλά πιθανώς λόγω έμφασης σε φιλμ "άποψης" και προσωπικού ύφους που δεν υπηρετούν απαραίτητα ένα συγκεκριμένο genre. Υπό αυτήν την έννοια, η παρουσία μιας folk horror παραγωγής ανάμεσα στις διεκδικήτριες της Χρυσής Άρκτου στη φετινή Μπερλινάλε, συνοδεύτηκε από ειλικρινή περιέργεια και ανυπομονησία για το τι μπορεί να επιφυλάσσει. Οι προσδοκίες όχι απλώς ξεπεράστηκαν, αλλά το αποτέλεσμα αποδείχθηκε αποστομωτικό.
Ο λόγος για το "Devil’s Bath", τη με διαφορά καλύτερη ταινία του φεστιβάλ ως τώρα, που σκηνοθετεί το δίδυμο των Σεβερίν Φιαλά και Βερόνικα Φρανζ. Δύο έμπειροι δημιουργοί, οι οποίοι προκάλεσαν σούσουρο πριν μερικά χρόνια με το ευρηματικά σοκαριστικό "Goodnight, Mommy" (2014), ενώ παράλληλα η Φρανζ έχει υπογράψει μια σειρά σεναρίων για τον πολυσχιδή Ούλριχ Ζάιντλ (τριλογία "Παραδείσου") ο οποίος εδώ βρίσκεται στην παραγωγή. Η υπόθεση του "Devil’s Bath" τοποθετείται σε ένα απομονωμένο αυστριακό χωριό του 18ου αιώνα, όπου οι κάτοικοι έχουν ενστερνιστεί μεν το χριστιανισμό, χωρίς ωστόσο να έχουν απολέσει πλήρως τις παγανιστικές καταβολές τους. Σε αυτό το πολιτισμικό μεταίχμιο μεταξύ των θρησκειών βρίσκεται η κεντρική ηρωίδα, μια γυναίκα η οποία διατηρεί ταυτόχρονα στενή επαφή με τις μεταφυσικές ιδιότητες της φύσης (ποτάμια, δάση, έντομα) αλλά και ένα βαρύ αίσθημα του κοινωνικού - θρησκευτικού καθήκοντος που οφείλει να εκπληρώσει, δηλαδή, η δημιουργία οικογένειας. Οι ανυπέρβλητες δυσκολίες που αντιμετωπίζει για να τα καταφέρει, ειδικά όσον αφορά την τεκνοθεσία, ωθούν την πίστη αλλά και την πνευματική διαύγειά της στα άκρα, προκαλώντας μια σειρά από βίαια ξεσπάσματα.
Με έναν απλό πλην περιεκτικό τρόπο, το "Devil’s Bath" θα μπορούσε να περιγραφεί σαν τη "Φόνισσα" του Παπαδιαμάντη, εάν αποτελούσε κομμάτι της κεντρικοευρωπαϊκής λαογραφικής παράδοσης. Διότι εν προκειμένω, οι Φιαλά-Φρανζ ναι μεν σκιαγραφούν το συνολικά καταπιεστικό κλίμα που περιβάλλει την πρωταγωνίστρια, όπως η πρωτόλεια μορφή πατριαρχίας, αλλά επιμένουν και στο αδίστακτο νομικό πλαίσιο της εποχής που του δίνει χειροπιαστή υπόσταση. Συγκεκριμένα, στην τιμωρία με θάνατο και μη άφεση αμαρτιών για τις γυναίκες που εγκληματούν. Οι παραπάνω συνθήκες ζώνουν με ανημπόρια μια διαπεραστικά ζοφερή ταινία, η οποία προς τιμήν της δε διστάζει να βασιστεί σε αιματηρές εικόνες πιστές στο folk horror πνεύμα και την ωμότητα της περιόδου που απεικονίζει. Πολύτιμος αρωγός στην αναπαραγωγή ανατριχίλας, η αποκαλυπτική ερμηνεία της Άνια Πλασγκ - γνωστή ως μουσικός υπό το όνομα Soap&Skin (θυμάται κανείς τη στοιχειωτική συναυλία της στο Gagarin 205;), η οποία διογκώνει την αφοπλιστική επίδραση της ταινίας.
Μένουμε στο είδος του τρόμου, αλλάζοντας όμως κλίμα. Όσοι αγαπούν τα horror που συνδυάζουν υψηλούς παλμούς, απενοχοποιημένο fun και φλερτ με το παράλογο, δεν έχουν παρά να σημειώσουν το "Cuckoo" (Τίλμαν Σίνγκερ). Ένα συγκρατημένα ρετρό φιλμ που φέρνει νοερά στο νου τις δουλειές των Ελέν Κατέ και Μπρούνο Φορτζάνι και έχει στον πρωταγωνιστικό ρόλο την Χάντερ Σέιφερ του "Euphoria". Η ηθοποιός είναι άψογη στο ρόλο μιας έφηβης που ταξιδεύει με την οικογένειά της σε πολυτελές ξενοδοχείο της Βαυαρίας, μόνο για να ανακαλύψει γρήγορα πως τα πράγματα δεν είναι όπως φαίνονται. Κάτι που αρχίζει να αντιλαμβάνεται όταν η ετεροθαλής αδελφή της παθαίνει μια κρίση που μοιάζει με υπερηχητικό ίλιγγο - προπομπός σαρωτικού μακελέματος προς πάσα κατεύθυνση. Το "Cuckoo" καταφέρνει να κερνάει αξέχαστες σεκάνς αγωνίας, απίθανη μουσική και υπολογισμένο αυτοσαρκαστικό χιούμορ, ιδιότητες που αρμόζουν σε ένα μελλοντικό κλασικό midnight movie όπως αυτό. Μην το πάρετε, όμως, και πολύ στα σοβαρά, διότι κινδυνεύετε να χαλάσετε τη διασκέδασή σας…
Έπειτα, εκτός από horror, παρακολουθήσαμε και ένα μεθυστικό θρίλερ που ψυχογραφεί έναν περίπλοκο αντιήρωα. Πρόκειται για το "Different Man" του ταλαντούχου και πολλά υποσχόμενου Άαρον Σίμπεργκ ("Ισόβιοι Δεσμώτες"), όπου ο Σεμπάστιαν Σταν ενσαρκώνει ένα μοναχικό άντρα ο οποίος πάσχει από μία εκφυλιστική ασθένεια που έχει αλλάξει δραματικά το πρόσωπό του. Χάρη σε ένα πειραματικό φάρμακο, ωστόσο, καταφέρνει να επαναφέρει τα χαρακτηριστικά του. Οι καινούριες προοπτικές που ανοίγονται εμπρός του τού προσφέρουν μεν μια πρωτοφανή ευτυχία, αλλά δεν επιλύουν τα αξεπέραστα ζητήματα που κρύβονται μέσα του. Γεγονός που εκδηλώνεται εφιαλτικά, όταν μπαίνει στη ζωή του ένας άνθρωπος με την ίδια ασθένεια και τεράστια αποθέματα αυτοπεποίθησης, κάτι που εκείνος αγνοεί πλήρως. Ο Σίμπεργκ απεγκλωβίζεται από την παγίδα του να αφηγηθεί μια τετριμμένη ιστορία "Πεντάμορφης και Τέρατος", εμβαθύνοντας στη νοσηρότητα που καταλαμβάνει το υποσυνείδητο και την τραυματική αποξένωση που συνοδεύει οποιονδήποτε δεν ανταποκρίνεται στα κριτήρια μιας επιφανειακής κοινωνίας. Με μεταμοντέρνα προσέγγιση και συνεχείς εκπλήξεις, το "Different Man" είναι μια ταινία που μοιάζει βγαλμένη από το αμερικανικό σινεμά της δεκαετίας του ‘70, εκείνο όπου κανείς δεν είναι απολύτως καλός, ούτε απολύτως κακός. Η αλήθεια, βέβαια, δεν είναι απαραίτητο πως βρίσκεται κάπου στη μέση, γεγονός στο οποίο ο σκηνοθέτης κλείνει πανέξυπνα το μάτι.
Διαβάστε όλα τα νεότερα και τις ανταποκρίσεις για το 74ο Φεστιβάλ Βερολίνου εδώ.
Ευχαριστούμε την Aegean Airlines για τη συνδρομή της στην πραγματοποίηση του ταξιδιού.