Ο κλισέ δημοσιογραφικός χαρακτηρισμός "χαμαιλέων" χρησιμοποιείται συχνά για μια σειρά από ηθοποιούς, ωστόσο σπανιότατα χρησιμοποιείται δίπλα σε ονόματα σκηνοθετών. Μία από τις πραγματικά ελάχιστες περιπτώσεις τέτοιου χαμαιλέοντα αποτελεί ο Βρετανός Ρίντλεϊ Σκοτ. Ο 85χρονος σήμερα δημιουργός έχει βάλει την υπογραφή του σε τριάντα σχεδόν μεγάλου μήκους ταινίες, οι οποίες καλύπτουν όλα τα κινηματογραφικά είδη πλην του γουέστερν. Ακόμα κι αυτό, όμως, φαίνεται πως θα το καταφέρει, καθώς η επόμενη παραγωγή του, η οποία ξεκινά γυρίσματα την άνοιξη, τοποθετείται στην Άγρια Δύση. Εκτός από ποικιλία, βέβαια, ο Σκοτ διαθέτει εξίσου το ταλέντο να απογοητεύει ("Η Έξοδος: Θεοί και Βασιλιάδες", "Η Επίλεκτη"), όπως και να αλλάζει το ρου του εμπορικού σινεμά ("Alien", "Blade Runner", "Θέλμα και Λουίζ"). Η τελευταία φορά που πλησίασε στο να καταφέρει ξανά κάτι αντίστοιχο ήταν πριν από είκοσι τρία χρόνια με τον "Μονομάχο" – ο οποίος, μάλιστα, σύντομα αποκτά σίκουελ. Η επίδραση του πέντε φορές βραβευμένου με Όσκαρ πολεμικού έπους ήταν τέτοια, ώστε έφτασε να σχολιάζεται ακόμα και σε επεισόδια του αριστουργηματικού "Sopranos", σε μερικές από τις πλέον μεταμοντέρνες στιγμές της σειράς. Την αύρα και τη φιλοδοξία ενός νέου "Μονομάχου" κουβαλάει ο σύγχρονος "Ναπολέων", μια βιογραφία που ο Σκοτ ελπίζει να τον φέρει για πέμπτη φορά στις υποψηφιότητες των Όσκαρ και να μπορέσει να σηκώσει (επιτέλους) ο ίδιος το χρυσό αγαλματίδιο σκηνοθεσίας.
Σωτήρας ή δυνάστης;
Ασχέτως του αν θα κερδίσει την εύνοια των μελών της Ακαδημίας, ο Βρετανός σκηνοθέτης έχει ήδη κεντρίσει την προσοχή του κοινού, αφού η νέα ταινία του αφορά ένα από τα πλέον αμφιλεγόμενα πρόσωπα της ιστορίας. Επί τη ευκαιρία, να σημειώσουμε εδώ πως ο "Ναπολέων" έρχεται να προστεθεί στην πιο πρόσφατη τάση του Χόλιγουντ που θέλει τα στούντιο να επενδύουν σε λουσάτες σινε-βιογραφίες διάσημων προσωπικοτήτων. Το καλοκαίρι είδαμε τον πολυσυζητημένο "Οπενχάιμερ" (Κρίστοφερ Νόλαν), ενώ αναμένονται οι πρεμιέρες των "Maestro" (Μπράντλεϊ Κούπερ, 7/12) και "Ferrari" (Μάικλ Μαν, 25/1).
Επιστρέφουμε στον "Ναπολέοντα", όμως, διότι ο Σκοτ δεν προσεγγίζει εγκυκλοπαιδικά την περίπτωση του Βοναπάρτη. Από τη μία τον ενδιαφέρει το πολιτικο-ιστορικό σκέλος, το οποίο στρώνει το έδαφος για την απεικόνιση αρκετών θεαματικών σεκάνς μάχης. Εξάλλου, το άστρο του Κορσικανού στρατάρχη έλαμψε αρχικά στους πολέμους που ακολούθησαν τη Γαλλική Επανάσταση, όταν χάρη στις ευφυείς τακτικές του ισοπέδωσε τους Αυστριακούς και αναδείχθηκε εθνικός ήρωας. Πολύ γρήγορα, στα τέλη του 18ου αιώνα, βρισκόταν ήδη στα υψηλά κλιμάκια της εξουσίας, γεγονός που του επέτρεψε μέσω πραξικοπήματος να αυτοχριστεί Πρώτος Ύπατος το 1799. Εφάρμοσε άμεσα αυταρχικές έως και δικτατορικές πολιτικές πρακτικές στο εσωτερικό, όπως την επαναφορά της δουλειάς, προτού ανακηρυχθεί αυτοκράτορας, εγκαινιάζοντας μια δεκαετία διαδοχικών πολεμικών συρράξεων στη Γηραιά Ήπειρο (1804-1814). Η ειρήνη ήταν άγνωστη έννοια για τον Ναπολέοντα, μιας και επέκτεινε άπληστα τα γαλλικά σύνορα, σε μια εκδοχή πρώιμου ιμπεριαλισμού, ο οποίος, μάλιστα, ευθύνεται και για την πτώση του Βοναπάρτη.
Από την άλλη, ο Σκοτ γοητεύεται από τη λιγότερο γνωστή προσωπική ζωή του στρατηλάτη. Πιο συγκεκριμένα, από τη θυελλώδη σχέση του με την έξι χρόνια μεγαλύτερή του αριστοκράτισσα Ιωσηφίνα Τασέρ ντε λα Παζρί, μια χήρα με δύο παιδιά, την οποία είχε ερωτευθεί παράφορα. Είναι γνωστό ότι τα πρώτα χρόνια του γάμου τους της έστελνε παθιασμένα γράμματα από το πεδίο της μάχης, στα οποία ωστόσο εκείνη δεν ανταποκρινόταν με την ίδια θέρμη. Αμφότεροι, δε, διατηρούσαν παράλληλους ερωτικούς συντρόφους, κάτι που έφερε ουκ ολίγες αναταράξεις στη ζωή του ζεύγους. Γεγονός που κάνει ακόμα πιο περίπλοκη την υποκριτική αποστολή των πρωταγωνιστών Γιόακιν Φίνιξ και Βανέσα Κίρμπι, με τον πρώτο να επανενώνεται με τον Σκοτ δύο δεκαετίες μετά το ρόλο του αυτοκράτορα Κόμμοδου στο "Μονομάχο".
Οι άλλοι "Ναπολέοντες"
Αυτή δεν είναι η πρώτη φορά που ο Σκοτ εμπνέεται από την εποχή του Βοναπάρτη. Το ντεμπούτο του, "Οι Μονομάχοι" (1977), τοποθετείται την περίοδο των Ναπολεόντειων Πολέμων και έχει ως ήρωες δύο άντρες που μονομαχούν ξανά και ξανά, σε βάθος χρόνων, εξαιτίας μιας διαφωνίας. Επίσης, δεν είναι ο μόνος σκηνοθέτης που θέλησε να μεταφέρει τη ζωή του Ναπολέοντα στη μεγάλη οθόνη. Διασημότερα παραδείγματα, ο Γάλλος Αμπέλ Γκανς, ο οποίος υπογράφει τη μνημειώδη βουβή βιογραφία "Ναπολέων" (1927), διάρκειας πεντέμισι ωρών(!), και ο Στάνλεϊ Κιούμπρικ. Τη δεκαετία του ’70 ο δημιουργός της "Οδύσσειας του Διαστήματος" είχε εργαστεί εντατικά για να φέρει εις πέρας το "ναπολεόντειο" όραμά του, όμως το κόστος της παραγωγής κατέστη απαγορευτικό ακόμα και για εκείνον. Μικρό το κακό, βέβαια, αν σκεφτούμε πως η έρευνά του τον οδήγησε στο σπουδαίο "Μπάρι Λίντον" (1975). Έτσι, λοιπόν, ο Σκοτ μπορεί να καυχιέται ότι κατάφερε αυτό που στάθηκε ανέφικτο για τον ομότεχνό του. Αρκεί να μη συνεχίσει τα κακεντρεχή σχόλια στον Τύπο, όπως αυτό για τους Γάλλους που δεν αντέχουν ούτε τα άντερά τους, τα οποία ίσως προκαταλάβουν πολλούς και εκτροχιάσουν την πορεία της ταινίας στις αίθουσες…
Περισσότερες πληροφορίες
Ναπολέων
Στη μετεπαναστατική Γαλλία του 1783, ο Κορσικανός αξιωματικός Ναπολέων Βοναπάρτης ανακαταλαμβάνει την Τουλόν από τους Άγγλους και επιστρέφει ως ήρωας στο Παρίσι, όπου γνωρίζει και ερωτεύεται τη χήρα Ιωσηφίνα Τασέρ ντε Λα Παζρί.