Πώς μπορείς να κάνεις ενδιαφέρουσα μια ταινία σαν το "Στη Φωτιά" για κάποιον που δεν ενδιαφέρεται για την κουζίνα;
Είναι μια πρόκληση, γι’ αυτό και η αρχική σκηνή της προετοιμασίας του φαγητού έχει τόσο μεγάλη σημασία. Είναι σαν χορογραφία, γιατί ήθελα να παρασύρω και να εμπλέξω το κοινό σ’ αυτήν τη διαδικασία, η οποία είναι γεμάτη κίνηση σ’ έναν σχετικά μικρό χώρο. Όταν μαγειρεύουμε, στεκόμαστε πιο ακίνητοι, αλλά εγώ ήθελα να συνδυάσω την κίνηση των ανθρώπων με τη γλυκιά κίνηση της κάμερας και να φτάσω σε ένα οπτικά συναρπαστικό αποτέλεσμα. Λέγαμε με το συνεργείο πως οι σκηνές μαγειρικής ήταν οι δικές μας σκηνές καταδίωξης. Αυτές που θα έπρεπε να είναι οι εντονότερες, οι πιο φορτισμένες.
Έχετε ιδιαίτερη σχέση με τη μαγειρική;
Έχω φυσικά αναρωτηθεί γιατί έγινα σκηνοθέτης. Προέρχομαι από εργατική οικογένεια, οι γονείς μου έραβαν ρούχα για το στρατό. Τι με έσπρωξε λοιπόν στο σινεμά; Η κουζίνα της μητέρας μου. Πέρναγα ώρες εκεί και θυμάμαι πολύ έντονα το φως που έμπαινε από το παράθυρο. Την ακτίνα που διαπερνούσε το χώρο, τις φωτοσκιάσεις και τα χρώματα που άλλαζαν. Η μητέρα μου ήταν εξαιρετική μαγείρισσα και όλη η τελετουργία της μαγειρικής με συγκινούσε. Ήταν σαν ένα σκηνοθετημένο θέαμα για τα μάτια μου και μόνο.
Γι’ αυτό και το φως είναι ο μεγάλος πρωταγωνιστής της ταινίας.
Είναι η ομορφιά της. Τον πρώτο λόγο σ’ αυτό έχει βέβαια ο διευθυντής φωτογραφίας, μιας και εγώ ελέγχω κυρίως το καδράρισμα και την κίνηση της κάμερας, απ’ όπου βγαίνει όλο το δράμα. Το ίδιο συμβαίνει και με τους ηθοποιούς. Το καδράρισμά τους είναι αυστηρό, αλλά είναι ελεύθεροι να αυτοσχεδιάσουν στις εκφράσεις τους, ακόμα και στους διαλόγους. Τους συμβούλευα πάντως διαρκώς να μιλάνε πιο αργά. "Πάρτε το χρόνο σας", τους έλεγα. "Η ζωή είναι εμπειρία, το σινεμά είναι έκφραση".
Πώς έγινε η επιλογή των πρωταγωνιστών;
Ξεκινήσαμε από τη Ζιλιέτ. Όταν της πρότεινα για παρτενέρ της τον Μπενουά, με τον οποίο ήταν ζευγάρι για χρόνια, συμφώνησε αμέσως, αλλά μου είπε πως εκείνος μάλλον δεν θα δεχθεί. Κι όμως, μόλις διάβασε το σενάριο ενθουσιάστηκε και η μεταξύ τους χημεία την οποία ονειρευόμουν εμφανίστηκε σε κάθε πλάνο. Ο Μπενουά, μάλιστα, μου εξομολογήθηκε ότι σε κάποιες λήψεις ήταν αφηρημένος γιατί παρασυρόταν από τα ισχυρά συναισθήματά του προς την Ζιλιέτ, ότι "χανόταν μέσα στα μάτια της".
Με ποιον συνεργαστήκατε για τα μενού;
Για το σενάριο διάβασα πολλά βιβλία πάνω στην ιστορία της εστίασης και τη γαλλική κουζίνα. Τα μενού τα επιλέξαμε μαζί με τον σεφ Πιέρ Γκανιέρ, προσαρμόζοντάς τα στο χαρακτήρα της Οζενί.
Χρησιμοποιήσατε food stylist;
Όχι, δεν το κρίναμε αναγκαίο. Η δουλειά τους είναι κυρίως για την τηλεόραση, ενώ εγώ ήθελα ένα "φαγητό εν κινήσει". Με ενδιέφερε πρωτίστως η διαδικασία, το τελετουργικό της δουλειάς αντρών και γυναικών στην κουζίνα και ελάχιστα το οπτικό αποτέλεσμα του τέλεια σερβιρισμένου πιάτου με τα αλάνθαστα επιλεγμένα χρώματα.
Πόσο "γαλλικό" είναι αυτό;
Η γαλλική κουζίνα δεν είναι ποτέ υπερβολική κι ας μοιάζει περίπλοκη. Ήρθα από το Βιετνάμ στη Γαλλία όταν ήμουν δώδεκα χρόνων. Τη νιώθω λοιπόν πατρίδα μου και η κουλτούρα μου είναι στην ουσία της γαλλική. Οι Γάλλοι έχουν την αίσθηση του μέτρου και ξέρουν πως η ετοιμασία ενός μενού είναι έμπνευση, δημιουργία, αλλά ταυτόχρονα και λεπτομερής υπολογισμός. Η όψη ενός πιάτου παίζει ρόλο, αλλά δεν θα μπορέσει ποτέ να υποκαταστήσει τη γεύση του.