Το 2015, το βλέμμα της σκηνοθέτριας Αλίς Ντιόπ έπεσε πάνω σε μια σελίδα της εφημερίδας Le Monde, όπου περιγραφόταν το ιστορικό μιας σοκαριστικής βρεφοκτονίας. Μια Σενεγαλέζα έπνιξε το παιδί της στη θάλασσα, συνελήφθη κι αμέσως ομολόγησε το έγκλημά της. Σα να μην έφτανε το παράδοξο του εγκλήματος, μέσω της έρευνας προέκυψαν μια σειρά από αντιφάσεις που συνεπήραν την Ντιόπ. Όπως το γεγονός πως η δράστης μιλούσε σαν ακαδημαϊκός και ταυτόχρονα είχε πλήρη επίγνωση του εγκλήματός της. Όταν ξεκίνησε η δίκη, η σκηνοθέτρια ταξίδεψε για να παρακολουθήσει από κοντά τη διαδικασία. Όσα ακολούθησαν αποκαλύπτονται στο "Σεντ Ομέρ", το φιλμ που είναι εμπνευσμένο από τα απίστευτα πλην αληθινά γεγονότα και το οποίο έφτασε να βραβεύεται με Αργυρό Λέοντα στο Φεστιβάλ Βενετίας αλλά και με Σεζάρ καλύτερης πρώτης ταινίας. Η Ντιόπ μίλησε στο "α" για το τολμηρό έργο της, το οποίο απεικονίζει αφοπλιστικά την προσωπικότητα μιας σύγχρονης Μήδειας, η οποία απογυμνώνει τις πιο αδιόρατες πτυχές της πατριαρχικής καταπίεσης, καθώς και της εξωτικής αποικιοκρατικής ματιάς του δυτικού κόσμου.
Η ηρωίδα σας μοιάζει όχι τόσο να δικάζεται εξαιτίας του εγκλήματός της, αλλά περισσότερο γιατί αρνήθηκε να εκπληρώσει το ρόλο της μητέρας υπό τους όρους που δεν είχε επιλέξει η ίδια. Ήταν αυτό που σας ενέπνευσε περισσότερο να κάνετε το "Σεντ Ομέρ";
Σίγουρα ήταν και αυτός ένας από τους λόγους, αλλά ομολογώ πως πρόκειται για απόρροια μιας συνισταμένης πραγμάτων. Έχουμε να κάνουμε με έναν πολυπρισματικό χαρακτήρα, ο οποίος "κουβαλά" μια σειρά από φορτισμένες έννοιες. Είναι μια Μαύρη γυναίκα που μιλά γαλλικά της αστικής κοινωνίας, κυοφόρησε ένα παιδί ενός γάμου, μάλιστα ενός παντρεμένου καθηγητή, η οποία έχει απέναντί της μια καταφανώς προκατειλημμένη δικαιοσύνη. Όπως αντιλαμβάνεστε, έχει πάρα πολλά να διαχειριστεί και εκείνη αλλά και εγώ ως σκηνοθέτρια.
Ένα από τα πιο κομβικά στοιχεία της ταινίας είναι η έννοια της μητρότητας. Έχουμε συνηθίσει να την αντιλαμβανόμαστε ως ένα άβατο, κάτι ιερό που δεν επιδέχεται κριτικής. Εδώ, όμως, εσείς δε διστάζετε να την εξερευνήσετε με ένα χαρακτηριστικά ριζοσπαστικό τρόπο, κάτι που δε βλέπουμε συχνά στο σινεμά και προσωπικά, το εκτίμησα ιδιαίτερα.
Ξέρετε, παλαιότερα ενδεχομένως δε θα είχαμε καν την ευκαιρία να δούμε μια ταινία σαν τη δική μου. Ωστόσο, εν προκειμένω ήταν κάτι που δε σκέφτηκα ότι λείπει με τη στενή έννοια του όρου. Ήταν τόσο συναρπαστικό και δυνατό το πρωτότυπο υλικό, ώστε απλώς ακολούθησα το ένστικτό μου.
Έπειτα, στο φινάλε κάνετε μια πραγματικά θαρραλέα, από αφηγηματικής άποψης, επιλογή. Σα να υπαινίσσεστε πως αυτή η γυναίκα είναι υπεράνω "καταδίκης", είναι αδύνατο να την κρίνουμε στα αλήθεια.
Πολύ σωστά, διότι δε με ενδιέφερε καθόλου να αντιμετωπίσουμε ποινικά την υπόθεση, αλλά να εμβαθύνουμε στη ψυχοσύνθεση της ηρωίδας. Ο Μαλρό είχε πει κάποτε πως όταν προσπαθούμε να καταλάβουμε κάποιον, είναι αδύνατο να τον κρίνουμε. Και όταν επιχειρούμε να τον κρίνουμε, αδυνατούμε να τον καταλάβουμε. Εμένα, λοιπόν, με ενδιέφερε περισσότερο η κατανόηση. Φυσικά, δεν υπονοώ ότι θεωρώ αμελητέο ένα αποτρόπαιο έγκλημα σαν τη βρεφοκτονία. Αλλά ότι είναι εξίσου κρίσιμο να μελετήσουμε τις συνθήκες κάτω από τις οποίες συνέβη. Γιατί με αυτόν τον τρόπο, η ταινία μας υποχρεώνει να διεξάγουμε έναν πολύτιμο διάλογο ανάμεσα σε εμάς και το βλέμμα με το οποίο κοιτάμε όχι μόνο αυτήν τη γυναίκα, αλλά όλες. Ναι, μπορεί να γίνει άβολο, όμως το σινεμά είναι ένα τρομερά πολύτιμο εργαλείο για να γίνουν τέτοιες συζητήσεις.
Αναρωτιέμαι, μήπως για αυτό το λόγο επιλέξατε ένα πιο αποστασιοποιημένο, λιτό σκηνοθετικό στιλ;
Θεωρώ πως είμαι πολύ γενναιόδωρη με τους θεατές. Δημιουργώ αρκετό χώρο ώστε να έχουν την άνεση, το περιθώριο αν θέλετε, να αναπτύξουν τις δικές τους απόψεις για όσα έχω να πω. Έτσι και αλλιώς δεν πιστεύω ότι το κοινό χρειάζεται υποδείξεις ή κατευθύνσεις σε όσα βλέπει για να καταλήξει σε συμπεράσματα. Είναι σημαντικό ο καθένας να σχηματίζει την αλήθεια του, χωρίς κάποιος να τον κρατά από το χέρι. Γενικότερα νιώθω πως είναι καιρός να ξεφορτωθούμε τους διδακτισμούς και να αφήσουμε τα βλέμματα των θεατών να νοηματοδοτήσουν με φρέσκους και απρόβλεπτους τρόπους τις ταινίες μας.
Η τελευταία ερώτησή μου αφορά τις φανταστικές πρωταγωνίστριές σας, τις Γκισλαντζί Μαλαντά και Καγιζέ Καγκαμέ. Με ποια κριτήρια τις επιλέξατε και πώς τις καθοδηγήσατε στο γύρισμα;
Προσέγγισα το κάστινγκ με τη λογική του ντοκιμαντέρ. Δηλαδή, δεν είχα ως προτεραιότητα την ικανότητα ενός ηθοποιού να ενσαρκώσει κάποιον άλλο, να μεταμορφωθεί σε ό,τι υπαγορεύει ο ρόλος. Αντιθέτως, αναζητούσα ηθοποιούς που μπορούσαν να μείνουν ο εαυτός τους στο μέγιστο δυνατό βαθμό ενώ έπαιζαν στην ταινία. Νιώθω πως έτσι δε χρειάζεται να κατασκευάσεις το ρεαλισμό, γιατί εντοπίζεις την αλήθεια μέσα σου και ταυτόχρονα, είσαι περισσότερο "παρών" στο γύρισμα. Όσο για τις Γκισλαντζί και Καγιζέ, τις επέλεξα γιατί με μαγνήτισε η ενέργειά τους και εν συνεχεία ο δυναμισμός με τον οποίο προσέγγισαν τους ρόλους τους. Κατάλαβαν αστραπιαία τα διακυβεύματα που καλούνταν να διαχειριστούν οι ηρωίδες τους, ενώ ταυτίστηκαν με εκείνες σε τέτοιο βαθμό που έμοιαζαν αδιαχώριστες από τον εαυτό τους.
Περισσότερες πληροφορίες
Σεντ Ομέρ
Μια συγγραφέας αρχίζει να αμφισβητεί τα «πιστεύω» της, καθώς παρακολουθεί τη δίκη μιας νεαρής αφρικανικής καταγωγής, η οποία κατηγορείται ως υπεύθυνη για το θάνατο της δεκαπέντε μηνών κόρης της.