Καλύτερα οι φιλόσοφοι να φιλοσοφούν και οι συγγραφείς να γράφουν. Αυτά σκεφτόμουν αφού είδα τις ταινίες του Πολ Μπ. Πρεσιάδο και της οικογένειας Ερνό στο πρόσφατο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
Μερικές φορές δεν συμφωνείς ούτε με τον ίδιο σου τον εαυτό. Είναι γνωστό –σε ποιον άραγε;- πως τα πιο ενδιαφέροντα πράγματα προκύπτουν όταν ανακατώνονται. Για παράδειγμα: ο Παζολίνι ήταν αρχικά ποιητής και ο Λιντς εικαστικός. Με τη διαφορά πως ο Πρεσιάδο, επί εκατό λεπτά, δεν τόλμησε να μετακινηθεί από τη θέση του και να χαμηλώσει τους τόνους της πολεμικής του για θέματα που, ευτυχώς, φαίνεται να μας απασχολούν όλο και περισσότερο.
Για τον Πρεσιάδο η έμφυλη διαφορά είναι τυραννία και η δυαδικότητα προβληματική. Περίεργο για κάποιον που δεν απομακρύνθηκε καθόλου από το δίπολο σκηνοθέτη-περφόρμερ κατά τη διάρκεια του "Ορλάντο, η πολιτική μου αυτοβιογραφία", μια ντοκιμαντερίστικη εκδοχή στο μυθιστόρημα της Βιρτζίνια Γουλφ, γεμάτη απαγγελίες και συνεντεύξεις μη δυαδικών ως προς το φύλο ατόμων.
Μια μέρα ο Ορλάντο ξύπνησε γυναίκα: "Φύλο; Αχ, τι αποφάσισαν για το φύλο; Α, το φύλο μου". Έτσι, ο Πρεσιάδο πέτυχε χατ τρικ. Η ταινία θύμιζε Τζάρμαν, Γκοντάρ και Λιντς, στην πιο ατελή μορφή τους. Για τον απλούστατο λόγο πως ο Πρεσιάδο δεν είχε την ευελιξία της πολιτικής αφέλειας που χαρακτηρίζει τους τρεις κινηματογραφιστές. Είναι δύσκολο ένας ακαδημαϊκός ν’ απαρνηθεί την αποθήκη γνώσεων που έχει χτίσει, με αποτέλεσμα να του διαφεύγει πως τα πράγματα λειτουργούν καλύτερα όταν προσφέρει τις στάχτες της αποθήκης. Τουλάχιστον στο σινεμά.
Ο Πρεσιάδο γεννήθηκε γυναίκα και πριν λίγα χρόνια, έπειτα από χορήγηση τεστοστερόνης, έκανε μετάβαση φύλου. Αυτή η εμπειρία παρουσιάζεται εξαιρετικά στο "Είμαι το τέρας που σας μιλά", στην ομιλία του μπροστά σε 3.500 ψυχαναλυτές, ξεσηκώνοντας αντιδράσεις. Εκεί, το κείμενο καταφέρνει ό,τι δεν καταφέρνει η εικόνα. Επειδή είναι ένα κείμενο που μπαινοβγαίνει σε διάφορα είδη με απόλυτη ελευθερία: είναι διάλεξη, ποίημα, οργανωμένο παραλήρημα και φιλιππικός λόγος, με ακονισμένη όμως τη λεπίδα της κωμωδίας.
Και παρά την ένταση, το πείσμα και ενίοτε το φασισμό του –εξοντώστε τους ετεροφυλόφιλους-, ο Πρεσιάδο δεν ξεχνά στιγμή τον δάσκαλό του, τον μεγαλύτερο κωμικό συγγραφέα του 20ου αιώνα, τον Φραντς Κάφκα. Δεν μπορείς λοιπόν παρά να γελάσεις όταν σκέφτεσαι τα εμβρόντητα πρόσωπα των ψυχαναλυτών την ώρα που ένας τρανς Αρτό εξαπολύει επίθεση εναντίον τους, διαβάζοντας ένα μεσσιανικό κείμενο εξόδου προς τη γη της τρανς επαγγελίας: "Το διεμφυλικό σώμα είναι η Αφρική, και τα όργανά του, προκειμένου να ζήσουν, εκφράζονται μέσα από γλώσσες ξένες, που ανήκουν στον αποικιοκράτη, ονειρεύονται πράγματα που εσείς, οι ψυχαναλυτές δεν γνωρίζετε".
Από την άλλη η Ανί Ερνό είναι μια συγγραφέας μονόχορδη, δωρική, με μικρή γκάμα, και γι’ αυτό δεν είναι τυχαίο που έλαβε το περσινό Νόμπελ λογοτεχνίας. Οι επιτροπές των βραβείων συνηθίζουν να βραβεύουν έργα που αναπτύσσονται σε συγκεκριμένα όρια, χωρίς τρέλα, και η Ερνό, πέρα από την αδιαμφισβήτητη αξία της, κινείται σε μια στενή λωρίδα, κι ας πρόκειται για μια γραφή υψηλής ποιότητας. Τα βιβλία της είναι πάντα ολιγοσέλιδα, αυτοβιογραφικά, απέριττα, με μια γλώσσα απλή και σκληρή (αν και τα μεγάλα κείμενα συνήθως φυτρώνουν στις ζώνες του περιττού).
Ένα τέτοιος λόγος, γραμμένος στην περίοδο της καραντίνας, ένα ενθύμιο μιας κοινής ζωής που διακόπηκε, προσπαθεί να δώσει νόημα στις οικογενειακές στιγμές που ο πρώην άντρας της Ερνό κατέγραψε σε φιλμ Σούπερ 8. Ζήσανε μαζί μια δεκαετία, κάνανε δυο παιδιά, χωρίσανε. Ο Νταβίντ, ο μικρότερος γιος, ανέλαβε να ξεδιαλέξει τις μπομπίνες και να τις μοντάρει –σκηνές στο σπίτι, μια βουτιά στην πισίνα, δώρα κάτω από το δέντρο Χριστουγέννων, ταξίδια στη Χιλή, τη Σοβιετική Ένωση και την Αλβανία-, ακολουθώντας όμως πιστά το κείμενο της μητέρας του.
Τα "Χρόνια των Σούπερ 8" δεν είναι ταινία. Είναι ένα κείμενο που τείνει να γίνει εικόνα, χωρίς όμως να ολοκληρώνεται η μετάβαση αφού δεν ξεφεύγει από την επικράτεια των λέξεων. Ο στιβαρός λόγος της Ερνό, που διατρέχει τις σκόρπιες και φθαρμένες εικόνες, τις φυλακίζει και τις τεμαχίζει αντί να τις ενώσει.
Η ηχογραφημένη φωνή της γίνεται μια μηχανή πίεσης, ένα κλειστό κύκλωμα που δεν αφήνει το φιλμ ν’ ανασάνει και επομένως το φιλμ πηγαίνει προς την αντίθετη κατεύθυνση. Ενώ επιθυμεί να υλοποιήσει την πολιτική θέση μιας μαχόμενης γυναίκας στο χώρο της ευρύτερης αριστεράς, όπως ήταν πράγματι η Ερνό, καταλήγει να γίνει ένα όχημα που πέφτει πάνω στον τοίχο της νοσταλγίας, ίσως επειδή η πρόθεση του ντοκιμαντέρ γεννήθηκε εκ των υστέρων –πώς αλλιώς; θ’ αναρωτηθεί δικαίως κάποιος- και όχι κατά τη διάρκεια των λήψεων.
Το σινεμά όμως είναι αμείλικτο. Η σκέψη του κινηματογραφιστή εγγράφεται, έστω και υπόγεια, σε κάθε πλάνο που τραβάει. Πόσο μάλλον όταν ο κινηματογραφιστής είναι ερασιτέχνης (αν και ποτέ δεν κατάλαβα το διαχωρισμό). Στο τέλος το Σούπερ 8 επιστρέφει κατά κάποιον τρόπο στην πρωτόγονη βάση του. Γίνεται ξανά ένα βουβό υλικό και τα λόγια της Ερνό εξισώνονται με τη σιωπή.
Ανοίγω τα "Χρόνια" της Ερνό, το πιο σημαντικό και εκτενές βιβλίο της. Η πρώτη γραμμή αρκεί. "Όλες οι εικόνες θα χαθούν".