
Όπως συμβαίνει και με το χαρακτήρα της στο "Tár" (Τοντ Φιλντ), η ταινία βρίσκει την Κέιτ Μπλάνσετ στο απόγειο της καριέρας της. Σε σχέση με τη μαέστρο Λίντια Ταρ όμως, η οποία στο φιλμ βιώνει μια συντριπτική αποκαθήλωση, η 53χρονη Αυστραλή ετοιμάζεται να επισφραγίσει τον τίτλο της σπουδαιότερης ηθοποιού της γενιάς της, ούσα φαβορί για να κερδίσει ένα ακόμα ερμηνευτικό Όσκαρ, το τρίτο της μετά τα "Ιπτάμενος Κροίσος" (2004) και "Θλιμμένη Τζάσμιν" (2013). Σε ένα ρόλο σχεδιασμένο για να ανοίξει δύσκολες συζητήσεις, η Μπλάνσετ καταφέρνει όχι απλώς να διευρύνει την ψυχοσύνθεση και το συναισθηματικό βάθος της ηθικά ελαττωματικής ηρωίδας της, αλλά επιπλέον να μην προδώσει στο ελάχιστο τις πιο σκοτεινές διαστάσεις της ταινίας.

Ο καλλιτέχνης και το έργο
Στη χαρακτηριστικά μεγάλης διάρκειας εναρκτήρια σκηνή του "Tár", ο Φιλντ μάς συστήνει την πρωταγωνίστριά του στο πλαίσιο μιας δημόσιας συζήτησης για το πολυσήμαντο έργο της μαέστρου. Η Λίντια Ταρ δεν είναι απλώς μια διάνοια της κλασικής μουσικής, είναι μια ομοφυλόφιλη γυναίκα η οποία έχει ανοίξει νέους δρόμους στον κλάδο της χάρη στο σπάνιο ταλέντο, την ηγεμονική φύση και τη μεθυστική αυτοπεποίθηση που αποπνέει. Στην εισαγωγική φάση της ταινίας, οι εν λόγω ποιότητες της ηρωίδας δεν ξεπηδούν χάρη στο σενάριο –που μοιάζει επίτηδες με σελίδα της Wikipedia–, αλλά αποκτούν χειροπιαστή υφή χάρη στην επιβλητική παρουσία της Μπλάνσετ. Η Αυστραλή κλέβει τη σκηνή, όπως και όσες ακολουθούν, καθώς αντιλαμβάνεται πως ο χαρακτήρας που ερμηνεύει είναι ένα επικίνδυνο αίνιγμα, ικανό να εκμεταλλεύεται κάθε περίσταση προς όφελός του. Χειρίζεται με αδιόρατη δεξιοτεχνία το συναίσθημα του κοινού, ακριβώς όπως η Ταρ διευθύνει τα μέλη μιας ορχήστρας.
Διότι σε όλη την πρώτη πράξη της ταινίας και σε άρτιο συντονισμό με τη σκηνοθετική προσέγγιση του Τοντ Φιλντ, το φέρσιμο της Μπλάνσετ προσιδιάζει σε εκείνο μιας εξουσιαστικής ιδιοφυΐας μεν, που διαθέτει μια έντονα λιβιδινική αύρα δε, η οποία έχει χρειαστεί να υιοθετήσει ανταγωνιστικές συμπεριφορές ώστε όχι απλώς να επιβιώσει, αλλά επιπλέον να διακριθεί σε έναν αμείλικτο ετεροκανονικό κόσμο. Η αφηγηματική οπτική γωνία ταυτίζεται με το βίωμα της ηρωίδας, ώστε η ίδια να γίνει πιο προσιτή, προτού ανατραπούν πλήρως τα δεδομένα με την αποκάλυψη των ένοχων μυστικών της. Η ολική ρήξη της εικόνας της Ταρ, που συντελείται μεθοδικά στο δεύτερο μέρος, χρωστά τα μέγιστα στην έως τότε ερμηνεία της Μπλάνσετ. Η ηθοποιός, έχοντας ενσωματώσει στο παίξιμό της τους υπαινιγμούς και την αμφισημία των προθέσεων του ρόλου, τόσο σωματικά όσο και εκφραστικά, φορτίζει ακόμα περισσότερο την περίπλοκη φύση όσων διακυβεύονται. Όπως, για παράδειγμα, το πόσο εφικτό είναι να διαχωριστεί ένας δημιουργός από τη δουλειά του, όταν τα δυο τους είναι, στ’ αλήθεια, αλληλένδετα.

Τα φαντάσματα του παρελθόντος
Φαινομενικά, ο Φιλντ δίνει την αίσθηση ότι το "Tár" αποτελεί ένα ηθογραφικό δράμα γύρω από τις έννοιες της πολιτικής ορθότητας και της "κουλτούρας της ακύρωσης" ("cancel culture"). Ιδιαίτερα από τη στιγμή που αφορμή για την πτώση της μαέστρου –προσοχή spoiler!– αποτελεί η ανάδειξη της καλά κρυμμένης παραβιαστικής πλευράς της ηρωίδας. Όταν δεν εκμεταλλευόταν τη θέση ισχύος της για σεξουαλικές χάρες, φρόντιζε να μπλοκάρει την επαγγελματική ανέλιξη φερέλπιδων μουσικών, ώστε η ίδια να παραμένει ακλόνητος άρχων. Το ανθρώπινο κόστος αυτής της συμπεριφοράς έρχεται να στοιχειώσει την Ταρ και μαζί να συμπαρασύρει καθετί που αγαπά.
Ωστόσο ο Φιλντ διασκεδάζει τις προαναφερθείσες ιδεολογικά φορτισμένες έννοιες, επειδή αφενός η ταινία δεν φαίνεται να συμπονάει την ηρωίδα, αφετέρου δεν αφήνει αμφιβολία πως εκείνη ευθύνεται για τις πράξεις της και όχι η όποια κατακραυγή στα κοινωνικά δίκτυα. Από αυτό το σημείο και έπειτα, η Μπλάνσετ μοιάζει με κινούμενο φάντασμα. Μεταμορφώνεται σε μια ανεξέλεγκτα απρόβλεπτη και πληγωμένη οντότητα, η οποία, καθώς συμφιλιώνεται με το τέλος της, συνειδητοποιεί τη φρίκη του εγκλωβισμού της στα δίχτυα μιας αυτοδημιούργητης νοσηρότητας. Επιπλέον, η ερμηνεία της ηθοποιού κομίζει και την πνευματική θολούρα της ηρωίδας, ενώ συνειδητοποιεί το κόστος των πράξεών της. Ο επίλογος του φιλμ "σβήνει" τα όρια φαντασίας και πραγματικού, μοιάζοντας με έναν ατελείωτο εφιάλτη. Μια συμβολική καταδίκη, η οποία δεν αφήνει τα περιθώρια για λύτρωση, χωρίς την ίδια στιγμή να προσφέρεται για ανακουφιστικές ή βολικές επεξηγήσεις.
Περισσότερες πληροφορίες
Tár
Κορυφαία μαέστρος, η Λίντια Ταρ προετοιμάζει την παρουσίαση ενός βιβλίου και τη ζωντανή ηχογράφηση της Πέμπτης Συμφωνίας του Μάλερ. Στο απόγειο της καριέρας της, η ζωή της αρχίζει να παίρνει δραματική τροπή.