Τι σας έσπρωξε στο να διασκευάσετε το μυθιστόρημα του συμπατριώτη σας Μίλαν Φιστ;
Είναι ένα βιβλίο το οποίο μου άρεσε πολύ από τότε που το πρωτοδιάβασα και το είχα διασκευάσει σεναριακά από το 1989. Όλα αυτά τα χρόνια παρέμενε ένα απραγματοποίητο σχέδιο, το οποίο μετά την επιτυχία του "Η Ψυχή και το Σώμα" κατάφερε να βρει χρηματοδότηση. Μου φάνηκε μάλιστα πιο επίκαιρο τώρα από τότε που πρωτοέγραψα το σενάριο γιατί όλη αυτή η φασαρία γύρω από το #MeToo με έκανε να δω με μεγαλύτερο ενδιαφέρον την αντρική πλευρά. Να την εξερευνήσω έναν αιώνα μετά από τότε που εξελίσσεται η πλοκή του μυθιστορήματος, θέλοντας να μιλήσω για το τώρα και την παρούσα σχέση των δύο φύλων.
Πρόκειται πράγματι για μια απαιτητική κινηματογραφική παραγωγή, πολύ πιο πλούσια από τις προηγούμενες ταινίες σας.
Κι όμως, ενώ με τέσσερα, τεσσεράμισι εκατομμύρια ευρώ ένιωθα πιο άνετα τις προηγούμενες φορές, εδώ τα δέκα του προϋπολογισμού δεν ήταν στην πραγματικότητα αρκετά γιατί η ταινία δείχνει σαν να έχει γυριστεί με τα διπλάσια. Τα καταφέραμε γιατί κινηθήκαμε πολύ γρήγορα και εξαιρετικά μεθοδικά στις "μεγάλες" σκηνές, με τα κατασκευασμένα ντεκόρ και τους κομπάρσους, και επικεντρωθήκαμε στους ηθοποιούς. Δώσαμε χρόνο στις συναισθηματικές σκηνές, στους διαλόγους τους και κάναμε πολλές πρόβες για να είμαστε έτοιμοι στο γύρισμα.
Πως καταλήξατε στην πρωταγωνιστική επιλογή της Λεά Σεϊντού και του Ολλανδού Γκιλς Νάμπερ ("Μαύρη Λίστα");
Ο Νάμπερ είναι πολύ αρρενωπός και έχει αυτή την αύρα του άντρα του παλιού καιρού, ιδανικός ως μοναχικός, εσωστρεφής καπετάνιος των αρχών του 20ου αιώνα. Δεν μου έφτανε όμως μόνον αυτό για να τον "δω" στο ρόλο. Όταν επιλέγεις ηθοποιούς ψάχνεις κάθε φορά για κάποιο συγκεκριμένο χάρισμα και τι είδους πρόκληση θα είναι γι' αυτούς ο συγκεκριμένος ρόλος. Πιστεύω μάλιστα πως όσο διαφορετικότερος είναι ψυχολογικά ο χαρακτήρας από τον ερμηνευτή του, τόσο καλύτερα. Η πρόκληση για έναν καλό ηθοποιό γίνεται τώρα μεγαλύτερη. Έτσι ο Νάμπερ έπρεπε να αποδειχθεί, ως χαρακτήρας, πιο ευάλωτος από το αυστηρό, άκαμπτο παρουσιαστικό του και η Σεϊντού πιο "εσωτερική" απ' ότι συνήθως. Οι περισσότεροι ρόλοι της την θέλουν πιο αυστηρή, με περισσότερο έλεγχο, ενώ εγώ ήθελα να υποδυθεί μια γυναίκα δυναμική, αλλά γεμάτη αμφιβολία.
Φαντάζομαι πως ένα επιπλέον ζητούμενο, ίσως το σπουδαιότερο στην περίπτωση δυο απαιτητικών πρωταγωνιστικών ρόλων, είναι η μεταξύ τους ερμηνευτική σχέση. Η μεταξύ τους χημεία...
Το τελικό αποτέλεσμα εξαρτάται απόλυτα από τη σχέση του ντουέτου, πράγματι. Είναι βασικό ο ένας ηθοποιός να παίζει έχοντας στο νου του τον άλλο και όχι να νιώθει μόνος με το ρόλο του. Υπάρχει στην ταινία η σκηνή του τανγκό, η οποία περιγράφει ιδανικά και αυτό στο οποίο αναφερόμαστε, αλλά και τη σχέση των δυο χαρακτήρων, Εκεί δυο άνθρωποι πρέπει να συντονιστούν πάνω σε καθορισμένα βήματα, αλλά την κίνηση την φτιάχνουν οι ίδιοι. Ο καθένας τους πρέπει να βρει τρόπο να κινηθεί αρμονικά μαζί με τον παρτενέρ του ακολουθώντας κανόνες, αλλά και νιώθοντας την ίδια στιγμή ελεύθερος.
Αυτός ο οποίος οδηγεί τον αφηγηματικό χορό στην ταινία, πάντως, είναι ο χαρακτήρας του Γιάκομπ.
Υιοθετήσαμε την αντρική οπτική γιατί αυτό είναι και το βασικό θέμα μας. Δεν θέλαμε εσκεμμένα να μπούμε στη θέση της γυναίκας, μιας και η ταινία περιστρέφεται γύρω από τις έννοιες της Ευρώπης του 1920, του άντρα και της κοινωνικής θέσης του. Στη θάλασσα τα προβλήματα τα οποία αντιμετωπίζει ο Γιάκομπ μοιάζουν πιο μεγάλα, πιο επικίνδυνα, στην πραγματικότητα όμως είναι πιο απλά. Όπως και οι λύσεις τους. Στις σχέσεις του με τους άλλους ανθρώπους, όμως, όλα γίνονται πιο ρευστά. Δεν έχει τον απόλυτο έλεγχο και αισθάνεται χαμένος. Η Λίζι, από την άλλη, λειτουργεί σαν δάσκαλος ζωής. Τα "μαθήματά" της μπορεί να είναι επώδυνα, αλλά του ανοίγουν το δρόμο της αρμονικής, ή της λιγότερο προβληματικής αν θέλετε, συνύπαρξης.
Ένα επιπλέον εμπόδιο στην συνύπαρξη των δυο τους είναι οι διαφορετικές γλώσσες τους.
Στο βιβλίο όλοι οι χαρακτήρες "μιλούν" ούγγρικα. Δεν υπάρχει διαχωρισμός. Στην ταινία τα πράγματα είναι επίτηδες εντελώς διαφορετικά. Τα αγγλικά είναι μια γλώσσα την οποία είναι λογικό να γνωρίζει μια Γαλλίδα κυρία και ένας καπετάνιος. Κι οι δυο τους τα μιλάνε με προφορά φυσικά. Νιώθουν όμως άβολα έξω από τη μητρική γλώσσα τους, κάτι το οποίο δυσχεραίνει την έκφραση των συναισθημάτων τους. Η γλώσσα παίζει σημαντικό ρόλο στην ταινία, η οποία ξεκινάει με μια αφήγηση στα ολλανδικά, στο σκοτάδι, και τελειώνει με τον ίδιο τρόπο.
Και μια και μιλάμε για γλώσσες, η επόμενη ταινία σας θα μιλάει ούγγρικα;
Υπάρχουν διάφορες ιδέες στα σκαριά, εγώ όμως θέλω να βάλω μπροστά μια που έχει τίτλο "Ο Σιωπηλός Φίλος" και ήρωα έναν αμφιφιλόφυλο. Η σύγχρονη σεξουαλικότητα είναι το βασικό θέμα της και ο "Φίλος" αναφέρεται σε ένα δέντρο που έχει έρθει από την Νότιο Αμερική στο βοτανικό κήπο μιας γερμανικής πόλης. Πιθανότατα θα εξελίσσεται στη Γερμανία λοιπόν, ενώ μια συζήτηση που έχουμε για μια τηλεοπτική σειρά θα με κρατήσει στην Ουγγαρία. Και τα δυο σχέδια με ενδιαφέρουν πολύ, να δούμε όμως ποιο θα ξεκινήσει πρώτο...