To γιγαντιαίο Γκόλεμ στην ομώνυμη ταινία του Πολ Βέγκενερ (1920). Ο υπνοβάτης Τσέζαρε στο "Εργαστήρι του Δρ. Καλιγκάρι" (Ρόμπερτ Βάινε, 1920). Ο βρικόλακας κόμης Ορλόκ στο "Νοσφεράτου" (Φρίντριχ Βίλεμ Μουρνάου, 1922). Το κοινό των τριών παραπάνω ηρώων, εκτός του ότι αποτελούν εμβληματικά πρόσωπα του γερμανικού εξπρεσιονισμού, είναι ότι υπήρξαν τα πρώτα τέρατα στην ιστορία του σινεμά που σαγήνευσαν τους θεατές. Είτε βγαλμένα από λαϊκούς μύθους είτε από τη φαντασία των δημιουργών τους, αυτά τα –υπερφυσικά και μη– όντα επιβεβαίωσαν την ικανότητα του κινηματογράφου να προσφέρει ανώδυνες ανατριχίλες, αλλά και να ενσαρκώνει τους φόβους του ανθρώπινου υποσυνείδητου. Έγιναν ο προπομπός των χολιγουντιάνων τεράτων των 30s ("Φρανκενστάιν", "Η Μούμια", "Κινγκ Κονγκ") και εκείνων της διπλανής πόρτας, σαν τους οικείους δολοφόνους του Άλφρεντ Χίτσκοκ ("Ψυχώ"). Οι αναπαραστάσεις του κακού υπήρξαν ανέκαθεν ελκυστικές στο κοινό, το οποίο στο σκοτάδι των αιθουσών βρήκε τον τρόπο να απολαμβάνει την αδρεναλίνη μιας απειλής με ασφάλεια, αφού όσο η δράση εκτυλίσσεται στη μεγάλη οθόνη, ο κίνδυνος βρίσκεται μακριά. Έτσι μοιάζει λογικό ότι περισσότερα από πενήντα χρόνια μετά το "Γκόλεμ", η ταινία που κατάφερε να αναδειχθεί σε πρωτόγνωρο σουξέ και να δημιουργήσει τον όρο "μπλοκμπάστερ" ήταν εκείνη που είχε πρωταγωνιστή ένα τεράστιο δολοφονικό πλάσμα.
Τα "Σαγόνια του Καρχαρία" του Στίβεν Σπίλμπεργκ, ένα στα χαρτιά απλοϊκό περιπετειώδες φιλμ, κατάφερε να βρει την τέλεια συνταγή που "έσπασε" το φράγμα των 100 εκατομμυρίων δολαρίων (block-buster) στο box office και ταυτόχρονα πραγματοποίησε μια τομή στην ποπ κουλτούρα. Στα συστατικά της ταινίας ισορροπούν ιδανικά η εμπορική απήχηση, η αβίαστη ψυχαγωγία, οι αναφορές στην κλασική λογοτεχνία ("Μόμπι Ντικ"), οι πολυσήμαντες φιλοσοφικές αναγνώσεις και ένα ξεχωριστό σκηνοθετικό αποτύπωμα. Σήμερα, 47 χρόνια μετά την πρεμιέρα τους, τα "Σαγόνια" συνεχίζουν ακάθεκτα να τρομοκρατούν.
Χωρίς σωσίβιο
Ένα μικρό φιλήσυχο θαλασσοχώρι, εκατοντάδες τουρίστες που εγκατέλειψαν την πόλη για τις καλοκαιρινές διακοπές τους, ένας τεράστιος λευκός καρχαρίας που απειλεί να τις χαλάσει και ένας ηθικός σερίφης που προσπαθεί να τους σώσει. Έτσι απλά στήνεται η πλοκή των "Σαγονιών", χαλαρά βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο του Πίτερ Μπέντσλεϊ, το οποίο ελάχιστα ακολούθησε στα αλήθεια η ταινία. Ο 28χρονος τότε σκηνοθέτης με μόλις μία κινηματογραφική ταινία στο όνομά του ("Το Εξπρές του Σούγκαρλαντ"), είχε το θάρρος να πείσει το συγγραφέα, ο οποίος συνυπογράφει το σενάριο με τον τηλεοπτικά πολύπειρο Καρλ Γκότλιμπ, να κρατήσει πρακτικά μόνο την τρίτη πράξη του μυθιστορήματος και να σκαρφιστεί μια "εισαγωγική" ιστορία που θα προετοίμαζε το κοινό για το θεαματικό φινάλε. Παράλληλα, ήταν εξίσου σημαντικό η παραγωγή να δείχνει όσο το δυνατόν πιο ρεαλιστική. Για το λόγο αυτό ο Σπίλμπεργκ επέμεινε να κατασκευαστούν πραγματικού μεγέθους μηχανικοί καρχαρίες και τα θαλάσσια γυρίσματα να γίνουν σε αληθινό ωκεανό.
Η τελειομανία του φιλόδοξου νεαρού κόστισε πολλά επιπλέον εκατομμύρια στον προϋπολογισμό, αμέτρητες αναποδιές στο γύρισμα και αναπόφευκτα μεγάλη καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της παραγωγής. Μάλιστα, το απηυδισμένο συνεργείο έφτασε στο σημείο να ειρωνεύεται την κατάσταση, κάνοντας λογοπαίγνιο με τον πρωτότυπο τίτλο της ταινίας "Jaws" ("σαγόνια"), μετονομάζοντάς τη σε "Flaws" ("ελαττώματα"). Ένας επιπλέον πονοκέφαλος για την παραγωγό εταιρεία Universal ήταν η άρνηση του Σπίλμπεργκ να προσλάβει πολύ γνωστούς ηθοποιούς, καθώς πίστευε ότι το κοινό θα ταυτιστεί ευκολότερα με ένα πρόσωπο το οποίο δεν είχε συνδέσει με χαρακτηριστικούς προηγούμενους ρόλους. Κάπως έτσι και δίχως την επιπλέον σαγήνη ενός καστ διάσημων, με εξαίρεση τον πρωταγωνιστή Ρόι Σέιντερ, η εμπορική πορεία της ταινίας ήταν κάθε άλλο παρά εξασφαλισμένη.
Εμπιστέψου τη διαδικασία
Οι ιθύνοντες του στούντιο, παρά το γεγονός πως είχαν ήδη επενδύσει 5,5 εκατομμύρια δολάρια παραπάνω (από τα αρχικά 3,5 εκατ.) στη δημιουργία των "Σαγονιών", αποφάσισαν να ρίξουν επιπλέον 1,8 εκατ. αποκλειστικά για την προώθηση του φιλμ. Το πρωτοφανές, σεμιναριακού επιπέδου μάρκετινγκ που ακολούθησε έθεσε τα θεμέλια για κάθε άλλη μεταγενέστερη διαφήμιση ταινίας, ενώ εγγυήθηκε το στάτους του μπλοκμπάστερ με το οποίο ταυτίστηκε το θρίλερ του Σπίλμπεργκ. Μεταξύ άλλων, η Universal εκμεταλλεύτηκε τη σχεδόν ταυτόχρονη κυκλοφορία του βιβλίου του Μπέντσλεϊ, μετατρέποντάς το σε προωθητικό εργαλείο, αφού το εξώφυλλό του ήταν ίδιο με εκείνο της ταινίας. Έπειτα, οι τηλεοράσεις βομβαρδίστηκαν με τρέιλερ των "Σαγονιών", απογειώνοντας την προσμονή και το ενδιαφέρον του κοινού. Αποκορύφωμα, η ριψοκίνδυνη τακτική διανομής που υιοθετήθηκε: Ο τίτλος άνοιξε σε 409 οθόνες στις ΗΠΑ, αριθμός που συνήθως αφορούσε παραγωγές αμφιβόλου ποιότητας. Τα "Σαγόνια", ωστόσο, έκαναν την ανατροπή, σπάζοντας το ένα ρεκόρ μετά το άλλο. Σημείωσαν άνοιγμα επτά εκατομμυρίων και ύστερα από δεκατέσσερις εβδομάδες παραμονής στο Νο 1 του box office έγιναν η πιο επιτυχημένη εμπορικά ταινία μέχρι τότε, ξεπερνώντας τα 100 εκατ. δολάρια. Βέβαια, τα νούμερα μπορεί να αποδεικνύουν ότι το φιλμ κέρδισε το κοινό, αλλά τίποτα απ’ όλα αυτά δεν θα συνέβαινε αν δεν ήταν πραγματικά μια εξαιρετική ταινία.
Το μεγάλο λευκό σημαινόμενο
Τέλειο αντικείμενο για όσους αγαπούν την κινηματογραφική σημειολογία, τα "Σαγόνια του Καρχαρία" είναι βούτυρο στο ψωμί σινεφίλ και ακαδημαϊκών που αναζητούν αφανείς ερμηνείες στα κινηματογραφικά έργα. Σε πρώτο επίπεδο, ο Σπίλμπεργκ σερβίρει απαράμιλλο σασπένς χιτσκοκικής σχολής, επενδύοντας χρόνο στο να υπαινίσσεται την έλευση του καρχαρία, παρά στην καθαυτό απεικόνισή του. Πρόκειται για απόρροια των αισθητικών προβλημάτων που είχαν τα μηχανικά ζώα, γεγονός που ώθησε το σκηνοθέτη να βρει άλλες λύσεις. Παρ’ όλα αυτά, όταν χρειάζεται, δεν διστάζει να βάψει την οθόνη με αίμα… Εάν κοιτάξουμε βαθύτερα, το κυνηγητό του καρχαρία λειτουργεί και σαν μια μεταφορά της πάλης των τάξεων. Ο εργάτης-ψαράς αντιμετωπίζει με καχυποψία τον προνομιούχο επιστήμονα που έρχεται να συνδράμει. Την ίδια ώρα, ο εκπρόσωπος του νόμου αστυνομικός (που φοβάται το νερό!) κοντράρεται με τη δημοτική αρχή, η οποία θέλει πάση θυσία να προστατέψει την ησυχία των αστών λουόμενων και την τσέπη των ντόπιων (μικρο)επιχειρηματιών. Όσο για το τι συμβολίζει ο σαρκοφάγος καρχαρίας; Εδώ είναι δόκιμη η ερμηνεία της αιφνιδιαστικής επίθεσης ενός επικίνδυνου εξωτερικού εχθρού όσο και εκείνη της φύσης που αντεπιτίθεται. Φυσικά, ας μην ξεχνάμε ότι όλα αυτά στην ταινία συνιστούν αποκλειστική αρμοδιότητα και έργο λευκών μπαρουτοκαπνισμένων αντρών…