
Με παρουσία επιβλητική και βλέμμα υπερηχητικό, η σπουδαία ηθοποιός Ειρήνη Παπά η οποία πέθανε σε ηλικία 96 ετών, άφησε διακριτικό στίγμα στον ελληνικό αλλά και τον ευρωπαϊκό κινηματογράφο.
Η πορεία της στο σινεμά ξεκίνησε σχεδόν ταυτόχρονα με το θέατρο το 1948. Τότε, εμφανίστηκε στο σανίδι της Λυρικής Σκηνής στην επιθεώρηση "Άνθρωποι... Άνθρωποι" του Αλέκου Σακελλάριου και στη μεγάλη οθόνη με την παραγωγής Φίνος Φιλμ ταινία "Χαμένοι Άγγελοι" (Νίκος Τσιφόρος). Η κινηματογραφική καριέρα της Παπά ξεκινήσε για τα καλά τρία χρόνια αργότερα, όταν πρωταγωνίστησε στη "Νεκρή Πολιτεία" (1951) του Φρίξου Ηλιάδη, ένας ακόμα τίτλος της Φίνος Φιλμ, χάρη στον οποίο η ηθοποιός κέρδισε την προσοχή του διεθνούς ακροατηρίου και δη των Ιταλών επαγγελματιών. Οι προτάσεις δεν άργησαν να έρθουν με την ηθοποιό να γίνεται άμεσα κάτοικος Ρώμης.

Πρώτη συνεργασία με τον Μάριο Μονιτσέλι ("Le Infideli") απέναντι στην Τζίνα Λολομπριτζίντα, για να ακολουθήσει μεταξύ άλλων το "Αττίλας: Η Μάστιξ του Θεού" (Πιέτρο Φρανκίσκι, 1954) όπου πρωταγωνιστούν οι Σοφία Λόρεν και Άντονι Κουίν. Με τον τελευταίο, μάλιστα, η Παπά θα βρεθεί πολύ συχνά στο ίδιο καστ κατά τη διάρκεια της φιλμογραφίας της. Ακολούθησε ένα σύντομο πέρασμα από το Χόλιγουντ, στο ρομαντικό γουέστερν "Tribute to a Bad Man" (Ρόμπερτ Γουάιζ, 1956), προτού επιστρέψει προς στιγμήν στην Ελλάδα για να έναν εκ των διασημότερων ρόλων της, την "Μπουμπουλίνα" (Κώστας Ανδρίτσος, 1959).
Η ακμή της ηθοποιού σημειώνεται τη δεκαετία του '60, όταν και βρέθηκε να ενσαρκώνει μια σειρά από εμβληματικούς ρόλους, αρχής γενομένης με την "Αντιγόνη" (1961) του Γιώργου Τζαβέλλα, ερμηνεία για την οποία βραβεύτηκε στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Ήταν η πρώτη φορά που η Παπά έπαιζε σε μια κινηματογραφική διασκευή αρχαίας τραγωδίας, μία ιδιότυπη κατηγορία ταινιών στην οποία θα διέπρεπε μόλις ένωνε τις δυνάμεις της με τον κορυφαίο σκηνοθέτη Μιχάλη Κακογιάννη. Μαζί μετέφεραν στη μεγάλη οθόνη αριστοτεχνικά την "Ηλέκτρα" (1962), τις "Τρωάδες" (1971) και την "Ιφιγένεια" (1977). Φιλμ στα οποία η Παπά έγινε συνώνυμη της δωρικότητας και της σπάνιας ικανότητάς της να εκμαιεύει από τα πρωτότυπα κείμενα την αρχέγονη υπερβατικότητα που συχνά ενείχαν, παραμένοντας ωστόσο μια μοντέρνα ηθοποιός. Ενδιάμεσα η ηθοποιός εμφανίστηκε σε δύο ταινίες - σταθμούς, τον "Αλέξη Ζορμπά" (Μιχάλης Κακογιάννης, 1964) και το "Ζ" (Κώστας Γαβράς, 1968). Εδώ αξίζει να σημειωθεί πως τόσο το "Ζ" όσο και τα "Ηλέκτρα", "Ιφιγένεια" διεκδίκησαν Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας, όμως μόνο εκείνη του Γαβρά κατάφερε να αποσπάσει το χρυσό αγαλματίδιο.

Η Παπά συνέχισε να συμμετέχει σε σημαντικές παραγωγές, όπως το "We Still Kill the Old Way" (1967) του Έλιο Πέτρι, το δράμα εποχής "Η Άννα των Χιλίων Ημερών" (Τσαρλς Τζάροτ, 1969) με τον Ρίτσαρντ Μπάρτον και το "Ο Χριστός Σταμάτησε στο Έμπολι" (1979) του Τζιανφράνκο Ρόζι. Στο ελληνικό σινεμά επέστρεψε το 1992 για χάρη -ποιού άλλου;- του Μιχάλη Κακογιάννη και την κωμωδία "Πάνω, Κάτω και Πλαγίως". Χρειάστηκε να πέρασει μία δεκαετία σχεδόν για βρεθεί και πάλι στην Ελλάδα, για τις ανάγκες του διάσημου "Μαντολίνου του Λοχαγού Κορέλι" (Τζον Μάντεν, 2001). Ο τελευταίος σκηνοθέτης που την εμπιστεύτηκε σε μία σειρά ταινιών του ήταν ο εξαιρετικός Πορτογάλος Μανοέλ ντε Ολιβέιρα ("Party", "Inquietude"), σε φιλμ του οποίου, κιόλας, την είδαμε για τελευταία φορά σε σκοτεινή αίθουσα ("Λόγια μιας Ταινίας", 2003).
Η Ειρήνη Παπά ήταν μια ατρόμητη ηθοποιός που κατάφερνε να επιβάλλεται σε κάθε σκηνή της, απογειώνοντας τις εντάσεις με τρόπο αδιόρατο, αγνοώντας περιορισμούς και δυσκολίες. Υπήρξε αμίμητη και μοναδική.