Ενόψει της 94ης απονομής των βραβείων Όσκαρ, ανατρέχουμε στα 21 φιλμ που βραβεύθηκαν τον 21ο αιώνα με το Όσκαρ καλύτερης ταινίας και τα τοποθετούμε στη σωστή σειρά. Κάποιες από αυτές αγαπήθηκαν άμεσα γράφοντας ταυτόχρονα κινηματογραφική ιστορία, ενώ άλλες τις θυμόμαστε μονάχα σε κάτι λίστες σαν κι αυτή... Δείτε παρακάτω, λοιπόν, τις επιλογές μας σε αξιολογική σειρά και με αποσπάσματα των κριτικών του "α" που γράφτηκαν όταν οι ταινίες κυκλοφόρησαν στις ελληνικές αίθουσες.
Τα 21 Όσκαρ καλύτερης ταινίας του 21ου αιώνα στη σωστή σειρά:
21. "Crash" (Πολ Χάγκις, 2005)
Ο χρόνια σεναριογράφος Πολ Χάγκις ("Million Dollar Baby") παρουσιάζει 36 ώρες
από τη ζωή μιας δωδεκάδας χαρακτήρων στο Λος Άντζελες, που έρχονται
μεταφορικά και κυριολεκτικά αντιμέτωποι με κάποια σύγκρουση (crash). Στο
επίκεντρο του προβληματισμού του, ο ρατσισμός, η ανεπάρκεια του νοσηλευτικού
συστήματος, τα οδυνηρά επακόλουθα της οπλοχρησίας, η διάλυση της οικογένειας, η αστυνομική κατάχρηση εξουσίας, η μη επικοινωνία στη μεγαλούπολη και πλήθος
άλλων προβλημάτων που στιγματίζουν τη σημερινή αμερικανική κοινωνία. Αν και
πολλά από αυτά τα θέματα απλώς εκτίθενται χωρίς βαθύτερη ανάλυση, κάνει
εντύπωση η ιδιαίτερη και πρωτότυπη προσέγγιση του ρατσιστικού προβλήματος, που
είναι όντως πολύ πιο πολύπλοκο απ’ όσο φανταζόμαστε. Θα θέλαμε η
ταινία να έχει τη βαρύτητα ενός "Short Cuts" κι όχι να μοιάζει με ένα εντυπωσιακό
πιλότο για μέλλουσα σειρά, προδίδοντας το τηλεοπτικό παρελθόν του Χάγκις ("L.A.
Law", "Thirtysomething"), όμως και πάλι αποτελεί μια ευχάριστη έκπληξη. - Μπάμπης Ακτσόγλου, 3/5
20. "Ένας Υπέροχος Άνθρωπος" (Ρον Χάουαρντ, 2001)
Η αληθινή ιστορία του Τζον Φορμπς Νας, ιδιοφυούς μαθηματικού που βραβεύτηκε με Νόμπελ, αλλά προηγουμένως πάλεψε πάνω από 30 χρόνια με τις σχιζοφρενικές τάσεις του, τις οποίες και κατάφερε να θεραπεύσει χάρης στη δύναμη του μυαλού του και τη φροντίδα της γυναίκας του. Για να κάνει προσιτό το θέμα του στο πλατύ κοινό, ο Χάουαρντ εξαφανίζει τα ενοχλητικά σημεία της ζωής του Νας (οι ομοφυλοφιλικές τάσεις του και τα ντελιριακά αντι-σημτικά κείμενά του), παρουσιάζει απλοποιημένα τις μαθηματικές θεωρίες του (ο ήρωας καταρρίπτει τις θεωρίες του Άνταμ Σαφ με αφορμή ένα στρατηγικό σχέδιο για το πώς οι φίλοι του θα κάνουν επιτυχημένο καμάκι σε μια παρέα γυναικών σε μπαρ!), δίνει ρομαντική διάσταση στις σχέσεις του με τη γυναίκα του Αλίσια (η αξία της οικογένειας ως αντίβαρο και θεραπεία στη σχιζοφρένεια), κάνει πλακίτσες με τα σχιζοφρενικά οράματα του ήρωα, ώστε η ατμόσφαιρα να μην είναι τεταμένη κι εναποθέτει όλο το βάρος της δραματουργίας στις ερμηνείες. Ο Ράσελ Κρόου είναι καλός σε αυτό που τον έβαλαν να κάνει: έναν καμποτίνο πανεπιστημιακό, ο οποίος πρέπει συνεχώς να κερδίζει τη συμπάθεια του κοινού. Αυτή όμως που κλέβει κατά τη γνώμη μας την παράσταση είναι η Τζένιφερ Κόνελι. Εμείς πάντα τη λατρεύαμε, τώρα ήλθε η ώρα της καταξίωσής της και στο ευρύτερο κοινό. -Μπάμπης Ακτσόγλου, 2/5
19. "Chicago" (Ρομπ Μπάρσαλ, 2002)
Η Ρόξι Χαρτ, μια άσημη χορεύτρια, φυλακίζεται για τη δολοφονία του εραστή της. Παίρνοντας το παράδειγμα της συγκρατούμενής της Βέλμα Κέλι, διάσημης ντίβα του βαριετέ, αγκαζάρει έναν κυνικό μεγαλοδικηγόρο και με διάφορα θεατρικά τερτίπια στρέφει την προσοχή των μίντια επάνω της, ώστε να έχει την κοινή γνώμη με το μέρος της και να επιτύχει την αθώωσή της. Υπάρχουν εντυπωσιακά μουσικοχορευτικά νούμερα, αλλά η μεταμόρφωση των φυλακισμένων γυναικών (με γκρι στολές στις ρεαλιστικές σκηνές) σε chorus girls με δαντελένια εσώρουχα και φετιχιστικές καλτσοδέτες (στα χορευτικά νούμερα), υποδηλώνει μια ολότελα αρσενική, κιτς, φαντασίωση, που θα τη συγχωρούσαμε σε ελληνικό μιούζικαλ του Δαλιανίδη, όχι όμως και σε ταινία που διεκδικεί 13 όσκαρ! Το ότι ο Ρομπ Μάρσαλ, θαμπωμένος από τη μαγεία των χορογραφιών, δεν έχει καμιά αίσθηση του τι κάνει (ή ηθική άποψη για αυτά που κινηματογραφεί), φαίνεται στη σκηνή του απαγχονισμού της άτυχης πολωνέζας, που δεν είχε κανένα μεγαλοδικηγόρο για να τη σώσει: η γυναίκα οδηγείται στο ικρίωμα με όλη τη δραματική ένταση μιας ανάλογης σκηνής, ο θεατής νιώθει ξαφνικά άβολα γιατί θα δει μια θανατική εκτέλεση, να όμως που ξαφνικά παρεμβάλλονται τραγούδια και ανακουφισμένοι περνάμε στη συνέχεια της αφήγησης: το θέμα (το αποτρόπαιο της θανατικής ποινής) μεταμορφώνεται σε θέαμα (η ζωή και ο θάνατος είναι ένα σόου). -Μπάμπης Ακτσόγλου, 2/5
18. "Ο Λόγος του Βασιλιά" (Τομ Χούπερ, 2010)
Ο δευτερότοκος γιος του βασιλιά του Γεωργίου του 5 ου Αλβέρτος, ο οποίος πάσχει από οξύ πρόβλημα τραυλισμού, καλείται να αναλάβει το θρόνο μετά το θάνατο του πατέρα του και την παραίτηση του μεγαλύτερου αδερφού του. Ο αλλόκοτος λογοθεραπευτής Λάιονελ Λογκ που θα τον αναλάβει θα προσπαθήσει με τις ανορθόδοξες μεθόδους του να τον βοηθήσει να γίνει ο ηγέτης μιας χώρας η οποία βρίσκεται στα πρόθυρα πολέμου. Σεναριακά στιβαρό δράμα, που εξερευνά τη ραγδαία αλλαγή την οποία έφεραν τα ηλεκτρονικά μέσα στη μέχρι τότε άτεγκτη βασιλική εξουσία –και γενικότερα στην παγκόσμια πολιτική ζωή–, με την οσκαρικών προδιαγραφών ερμηνείες των Κόλιν Φερθ και Τζέφρι Ρας να μιλάνε από μόνες τους. -Γιάγκος Αντίοχος, 3/5
17. "Το Πράσινο Βιβλίο" (Πίτερ Φαρέλι, 2018)
Το 1962 ένας Ιταλοαμερικανός μπράβος αναλαμβάνει χρέη σοφέρ ενός Αφροαμερικανού πιανίστα, ο οποίος περιοδεύει στον αμερικανικό Νότο. Ο πατέρας της σύγχρονης ενήλικης, χοντροκομμένης κωμωδίας Πίτερ Φαρέλι ("Ο Ηλίθιος και ο Πανηλίθιος", "Κάτι Τρέχει με τη Μαίρη"), σκηνοθέτησε κι έγραψε, σε συνεργασία με τον Μπράιαν Χέιζ Κάρι και τον Νικ Βαλελόνγκα, γιο του Τόνι, ένα road movie που συσσωρεύει όλα τα κλισέ μιας χολιγουντιανής αντιρατσιστικής δραμεντί. Από τη συμπεριφορά των λευκών "πολιτισμένων" πλουσίων και άξεστων λαϊκών τύπων και την κρυφή προσωπική ιστορία του Σίρλεϊ μέχρι τις συμπτώσεις που φέρνουν κοντά τους δύο χαρακτήρες και το χριστουγεννιάτικο τραπέζι του φινάλε, η διαδρομή αυτής της αταίριαστης φιλίας είναι προϋπολογισμένη σκηνή τη σκηνή· σαν ένας μοντέρνος "Σοφέρ της Κυρίας Νταίζη", τον οποίο ο Φαρέλι ενισχύει με γενναίες δόσεις χιούμορ και μερικές ευρηματικές ιδέες (τα γράμματα του Τόνι στη γυναίκα του) που βγάζουν αληθινό συναίσθημα. -Χρήστος Μήτσης, 3/5
16. "Επιχείρηση: Argo" (Μπεν Άφλεκ, 2012)
Όταν τον Νοέμβριο του 1979 οι επαναστατημένοι Ιρανοί καταλαμβάνουν την αμερικανική πρεσβεία στην Τεχεράνη, έξι υπάλληλοι διαφεύγουν και βρίσκουν καταφύγιο στο σπίτι του Καναδού πρέσβη. Με απόλυτη μυστικότητα η CIA και το Χόλιγουντ καταστρώνουν ένα… κινηματογραφικό σχέδιο διάσωσής τους. Εξαιρετικά καλογυρισμένο, αλλά υπερπατριωτικό περιπετειώδες θρίλερ βασισμένο σε αληθινά γεγονότα. Πραγματικά απολαυστικό, το πρώτο μέρος της συνδυάζει χιούμορ, δράση και σασπένς, πριν μετατραπεί στην τελευταία του ώρα σε έναν - υποδειγματικά σκηνοθετημένο – ύμνο στον αμερικανικό πατριωτισμό. -Χρήστος Μήτσης, 2/5
15. "Spotlight: Όλα στο Φως" (Τομ Μακάρθι, 2015)
Αναλαμβάνοντας διευθυντής της "Boston Globe" το 2001, ο Μάρτι Μπάρον αναθέτει στην Spotlight, μια ειδική ομάδα ρεπόρτερ της εφημερίδας, να διερευνήσει την υπόθεση κακοποίησης ανηλίκων από ιερείς της τοπικής αρχιεπισκοπής. Αρχίζοντας την έρευνα, οι τέσσερις δημοσιογράφοι ανακαλύπτουν πως έχουν μπροστά τους ένα τεράστιο, ανεξέλεγκτων συνεπειών σκάνδαλο. Ένα μοντέρνο "Όλοι οι Άνθρωποι του Προέδρου", μόνο που εδώ σε αντίθεση με την ταινία του Πάκουλα το στοιχείο του σασπένς είναι υποβαθμισμένο, το ίδιο –ευτυχώς!– και η εύκολη συγκίνηση ή η διδακτική ρητορική, με τον πρώην ηθοποιό και νυν άνισο σεναριογράφο και σκηνοθέτη Τομ ΜακΚάρθι (από τα πολύ ενδιαφέροντα "Station Agent" και "The Visitor" στο απαράδεκτο "Σε Ξένα Παπούτσια" με τον Άνταμ Σάντλερ) να υιοθετεί μια γραμμική, καθαρή και πληροφοριακή αφηγηματική προσέγγιση για να κορυφώσει –προβλέψιμα, αλλά όχι εντελώς αγιογραφικά– το πολλαπλών κοινωνικών διαστάσεων δράμα του. -Χρήστος Μήτσης, 3/5
14. "The Hurt Locker" (Κάθριν Μπίγκελοου, 2009)
Η καθημερινότητα, μέσα κι έξω από το "πεδίο της μάχης", μιας ομάδας εξουδετέρωσης βομβών του αμερικανικού στρατού στο Ιράκ. Macho ήρωες, ασταμάτητη δράση, γρήγορα, κοφτά πλάνα, επιθετικό μοντάζ. Το υπερτιμημένο απ’ όλη την αγγλόφωνη κινηματογραφική κοινότητα "The Hurt Locker" επιβεβαιώνει για ακόμα μια φορά την απαράμιλλη βιτρτουοζιτέ της Κάθριν Μπίγκελοου, όχι όμως και τα διθυραμβικά σχόλια που συνοδεύουν το φιλμ. Είναι αλήθεια πως όλη η ένταση του καθημερινού κορώνα - γράμματα παιχνιδιού με το θάνατο συμπυκνώνεται στα αγχωτικά, ανήσυχα κάδρα της ταινίας, παίρνει σχεδόν υλική υπόσταση. Ωστόσο, οι ήρωές της είναι απλοϊκοί, μια χούφτα καλοί στρατιώτες, ο πόλεμος είναι κακός, όποιος και να ‘ναι αυτός, ένα ολόκληρο έθνος εκτονώνει υστερικά τις ενοχές του, ή την παντελή απουσία τους, σε ένα αφιλόξενο αλλού. Και πάνω που νομίσαμε ότι καθαρίσαμε με το Βιετνάμ και, κυρίως, με τις ταινίες του... -Χρήστος Μήτσης, 2.5/5
13. "Slumdog Millionaire" (Ντάνι Μπόιλ, 2008)
Μία μόνο ερώτηση χωρίζει τον 18χρονο, μεγαλωμένο στις άθλιες φτωχογειτονιές της Βομβάης Τζαμάλ Μαλίκ από το να κερδίσει 20 εκατομμύρια ρουπίες στο "Ποιος θέλει να γίνει εκατομμυριούχος;". Συλλαμβάνεται όμως από την αστυνομία και τώρα πρέπει ν' αποδείξει πώς απάντησε σε τόσο δύσκολες ερωτήσεις. Χόλιγουντ, Μπόλιγουντ και ο σκηνοθέτης του "Trainspotting" συνδυάζονται στην ιδανική οσκαρική συνταγή. Ένα απολαυστικό οδοιπορικό στη σύγχρονη Ινδία και τα κινηματογραφικά είδη, έξυπνο, καινοτόμο, συγκινητικό, απενοχοποιημένα γραφικό και μελοδραματικό. -Χρήστος Μήτσης, 3/5
12. "Moonlight" (Μπάρι Τζένκινς, 2016)
Η περιπετειώδης ενηλικίωση του νεαρού Αφροαμερικανού Σαϊρόν στο σύγχρονο Μαϊάμι της φτώχειας, της βίας και των ναρκωτικών. Η αναζήτηση της ταυτότητάς του νεαρού πρωταγωνιστή σε έναν γεμάτο αντιθέσεις κόσμο (φίλιος κι εχθρικός, τρυφερός και άσπλαχνος) περιγράφεται με ειλικρίνεια, ευθύτητα και μια σκηνοθετική χορογραφία που κάνει την περιπετειώδη διαδρομή του να μοιάζει τόσο με ρεπορταζιακό ντοκιμαντέρ όσο και με μοντέρνο παραμύθι. Διαδρομή μάλλον κοινότοπη, αλλά σερβιρισμένη με κινηματογραφική πρωτοτυπία και καθαρό κοινωνικό βλέμμα (η ταξικά διαρθρωμένη Αμερική ως γλαφυρό φόντο), που τόσο ανάγκη έχει το σύγχρονο αμερικανικό σινεμά. -Χρήστος Μήτσης, 3/5
11. "12 Χρόνια Σκλάβος" (Στιβ ΜακΚουίν, 2013)
Ο Σόλομον Νόρθαπ είναι ένας Αφροαμερικανός οικογενειάρχης ο οποίος ζει ελεύθερος στην προεμφυλιακή Νέα Υόρκη. Θα απαχθεί όμως από δουλεμπόρους και θα πουληθεί ως σκλάβος σε μια φυτεία του Νότου χωρίς να μπορεί να αποδείξει την αληθινή του ταυτότητα. Σκηνοθέτης του σωματικού δράματος, το οποίο μετατρέπει σε ψυχολογικό (και από εκεί σε κοινωνικό ή ιστορικό), ο Στιβ ΜακΚουίν εικονοποιεί με αμεσότητα και δεξιοτεχνία τα πάθη του Σόλομον. Η μη γραμμική αφήγησή του είναι εξαρχής συναισθηματικά φορτισμένη, τα πλάνα του θυμίζουν συχνά εικαστικές installations (η αριστουργηματική σεκάνς του κρεμάσματος) και η βία, χωρίς να γίνεται γραφική, πλημμυρίζει το κάδρο. Σκληρές, κομψές και "τιθασευμένες", οι εικόνες του θυμίζουν τον πρωτοπόρο δημιουργό που θαυμάζουμε, εξυπηρετούν όμως ταυτόχρονα και μια φροντισμένη παραγωγή με σαφή εμπορικό στόχο κι ευγενή λόγο ύπαρξης. -Χρήστος Μήτσης, 3/5
10. "Ο Μονομάχος" (Ρίντλεϊ Σκοτ, 2000)
Ο Μάξιμος, νικηφόρος στρατηλάτης του αυτοκράτορα Μάρκου Αυρήλιου, βλέπει την οικογένειά του να σφαγιάζεται κατά διαταγή του αδίστακτου Κόμοδου, που δολοφόνησε τον πατέρα του για ν' ανέβει στο θρόνο της Ρώμης, ενώ ο ίδιος πωλείται ως σκλάβος. Αναγκασμένος να πολεμά ως μονομάχος, έρχεται κάποια στιγμή στο Κολοσσαίο κι ετοιμάζει την εκδίκησή του. Η κριτική διάσταση με την οποία βλέπει ο Ρίντλεϊ Σκοτ το θέαμα της βίας στην Αρχαία Ρώμη, δεν εμποδίζει το "Μονομάχο" να λειτουργεί ως ένα τέλειο υπερθέαμα. Κι εδώ βρίσκεται η βασική αντίφαση και τα όρια αυτής της ταινίας, που απογοητεύει σε άλλους τομείς, όπως για παράδειγμα οι αδύναμες σκηνές με τις πολιτικές συνομωσίες στη Ρώμη των ομοφυλόφιλων και ραδιούργων Συγκλητικών. Όμως από την άλλη πώς να μη θαυμάσουμε το σκηνοθετικό ταλέντο του Σκοτ, ο οποίος για παράδειγμα καταφέρνει να κινηματογραφήσει διαφορετικά τουλάχιστον δέκα σκηνές μονομαχιών στην αρένα, ξεπερνώντας σ’ ευρηματικότητα και μεγαλείο ότι καλύτερο έγινε μέχρι τώρα σ’ αυτόν τον τομέα. Ακριβώς γιατί είναι μεγάλος σκηνοθέτης, περιμέναμε κάτι παραπάνω από αυτόν τον εντυπωσιακό, αλλά προβλέψιμο στην εξέλιξή του "Μονομάχο". -Μπάμπης Ακτσόγλου, 3/5
9. "Ο Άρχοντας των Δαχτυλιδιών: Η Επιστροφή του Βασιλιά" (Πίτερ Τζάκσον, 2003)
Μέχρι ο Φρόντο να φτάσει στις Μαύρες Πύλες για να απαλλαγεί από το βάρος του δαχτυλιδιού, ο μάγος Γκάνταλφ και ο βασιλιάς Θέοντεν ενώνουν τις δυνάμεις τους για να σώσουν την πρωτεύουσα της Γκόντορ (Μίνας Τίριθ) από την τελική μάχη ενάντια στις δυνάμεις του Κακού. Ο Πίτερ Τζάκσον έχει ήδη αποδώσει πιστά το μυθικό σύμπαν του Τόλκιν στα δύο πρώτα μέρη –σε τέτοιο βαθμό μάλιστα που ακόμη και τα πιο εξωπραγματικά πλάσματα να έχουν μια απίστευτα ρεαλιστική υπόσταση. Ολοκληρώνοντας το έπος του γίνεται πλέον πιο γίηνος στην σκηνοθεσία του με το ενδιαφέρον του στραμένο στον ανθρωποκεντρισμό του κάθε ήρωα. Απόδειξη οι περιορισμένοι διάλογοι που ξεστομίζονται από τους χαρακτήρες σαν γνωμικά της σοφίας που έχουν αποκομίσει μέσα από το ταξίδι τους. Οι φαν της τριλογίας όχι μόνο δεν θα απογοητευτούν, αλλά τους περιμένει το πιο ισοροπημένο (σεναριακά) και καθαρτικό φινάλε: από την μια σιωπές, βλέμματα και επανασυνδέσεις που επιτρέπουν στον θεατή να ταυτιστεί με όποιον ήρωα ο ίδιος ξεχώρισε, και ταυτόχρονα το κρεσέντο της πιο εντυπωσιακής μάχης που είδαμε μέχρι τώρα. -Μπάμπης Ακτσόγλου, 3/5
8. "Ο Πληροφοριοδότης" (Μάρτιν Σκορσέζε, 2006)
Ο Σάλιβαν, ανερχόμενο στέλεχος της αστυνομίας, είναι στην πραγματικότητα πληροφοριοδότης του Κοστέλο, αρχηγού του υπόκοσμου της Βοστόνης. Όμως κι ένας νεαρός μπράβος του Κοστέλο, ο Κόστιγκαν, είναι μυστικός αστυνομικός. Όταν γίνεται εμφανές κι από τις δυο πλευρές ότι υπάρχει πληροφοριοδότης στις τάξεις τους, η ζωή και καριέρα των δυο ανδρών κινδυνεύει θανάσιμα. Είναι, όπως και να το κάνουμε, ειρωνικό το ότι ο Σκορσέζε πήρε το μοναδικό Όσκαρ της καριέρας του γι’ αυτό το βοστονέζικο γκανγκστερικό φιλμ. Και αυτό γιατί η ταινία που γοήτευσε τα μέλη της ακαδημίας το 2007 δεν είναι ούτε "Οργισμένο Είδωλο" ούτε "Καλά Παιδιά". Αποτελεί ένα τυπικό σκορσεζικό έργο που ακολουθεί τη δομή μιας πολυεπίπεδης χριστιανικής παραβολής, η οποία μάλιστα ξετυλίγεται με την αδιαπραγμάτευτη αφηγηματική ευρηματικότητα του Αμερικανού κορυφαίου δημιουργού. Μια ταινία που γύρισε με κλειστά μάτια δηλαδή. Όπως κι αν έχει, κάλλιο αργά παρά ποτέ... -Χρήστος Μήτσης, 4/5
7. "The Artist" (Μισέλ Χαζαναβίσιους, 2011)
Το 1927 ο Τζορτζ Βαλεντίν είναι ο μεγαλύτερος σταρ του βωβού στο Χόλιγουντ. Γνωρίζει κι ερωτεύεται τη νεαρή χορεύτρια Πέπι Μίλερ, η οποία με τον ερχομό του ομιλούντος θα δει την καριέρα της να απογειώνεται, ενώ η δική του παίρνει την κατιούσα. Απολαυστικός, ασπρόμαυρος και βωβός φόρος τιμής στη χρυσή εποχή του σινεμά, χωρίς καμιά διάθεση μεταμοντέρνας "αποδόμησης". Αντιγραφή και πρωτοτυπία πάνε χέρι χέρι, καθώς όλα τα κλισέ της ελαφριάς κωμωδίας, της εξωτικής περιπέτειας, του σλάπστικ, του μιούζικαλ και του ερωτικού δράματος συσσωρεύονται και συμπλέκονται σε 100 μαγικά λεπτά, θυμίζοντάς μας τι χάθηκε από τη μεγάλη οθόνη και τι έχει απομείνει ακόμα εκεί. -Χρήστος Μήτσης, 3.5/5
6. "Birdman ή Η Απρόσμενη Αρετή της Αφέλειας" (Αλεχάντρο Γκονζάλες Ιναρίτου, 2014)
Ένας πρώην σταρ υπερηρωικών ταινιών, αντιμέτωπος με καλλιτεχνικά όσο και προσωπικά προβλήματα, ανεβάζει ως σκηνοθέτης και πρωταγωνιστής ένα απαιτητικό δράμα στο Μπρόντγουεϊ. Ξεκινώντας από τον Πλάτωνα και τον Καντ, φτάνοντας μέχρι τους προκατειλημμένους κριτικούς θεάτρου, το διαρκές κυνήγι του ερμηνευτικού ρεαλισμού και το κόστος της επιτυχίας και καταλήγοντας στον απόλυτο κυνισμό που βασιλεύει στην αμερικανική showbiz, ο βιρτουόζος σκηνοθέτης της "Βαβέλ" στέλνει ένα ερωτικό γράμμα στο σουρεαλιστικό, ανθρωποφάγο όσο και μαγικό αυτό σύμπαν. Μια πικρόχολη, πρωτότυπη ως σύλληψη και εντυπωσιακότατη ως εκτέλεση (γυρισμένη σαν ενιαίο μονοπλάνο) σάτιρα. -Χρήστος Μήτσης, 3.5/5
5. "Η Μορφή του Νερού" (Γκιγιέρμο ντελ Τόρο, 2017)
Σε ένα μυστικό κυβερνητικό εργαστήριο μια μουγκή και μοναχική καθαρίστρια αναπτύσσει μια ιδιαίτερη σχέση με ένα αλλόκοτο αμφίβιο πλάσμα, το οποίο γίνεται αντικείμενο βασανιστικών πειραμάτων. Τα b-movies των ’50s, όπως το "Creature From Black Lagoon", η ψυχροπολεμική υστερία και η ιστορία ενός αδύνατου (;) έρωτα δίνουν στον Γκιγιέρμο Ντελ Τόρο ιδέες για έναν κινηματογραφικό χορό τεράτων τόσο με την κυριολεκτική (σε σχέση με την όψη) όσο και με τη μεταφορική (που έχει να κάνει με τις πράξεις) έννοια. Ιδιοφυώς ενορχηστρωμένος, ο χορός αυτός περιλαμβάνει θεαματικές πιρουέτες που θα μαγέψουν τον θεατή, όπως ονειρικές σκηνές, ρομαντικές κορυφώσεις και αγωνιώδη πλοκή αλλά και διακριτικές, ευαίσθητες μελωδίες που θίγουν έντεχνα τις σχέσεις εξουσίας και σεξουαλικότητας, προσωπικής και συλλογικής φαντασίωσης, υπερεγώ και υποσυνείδητου. Λαϊκός και ταυτόχρονα εγκεφαλικός, συγκινητικός και την ίδια στιγμή κατασκότεινος και πικρός, ο Ντελ Τόρο μιλάει για τα τραύματα που τελικά θα μας σώσουν και μπολιάζει τα κλισέ του παραμυθιού με πολυεπίπεδες σινεφίλ αναφορές, στερεές ψυχαναλυτικές ιδέες κι έντονη πολιτικοκοινωνική κριτική, εκμοντερνίζοντας με τον απολαυστικότερο τρόπο την αθάνατη γοητεία του "στερεού", κλασικού σινεμά. -Χρήστος Μήτσης, 4/5
4. "Η Χώρα των Νομάδων" (Κλόι Ζάο, 2020)
Μένοντας άνεργη στα 60 της, η Φερν αποφασίζει να ζήσει σαν σύγχρονος νομάδας, διασχίζοντας τη χώρα με το τροχόσπιτό της. Με αφοπλιστική κινηματογραφική καθαρότητα, η ταινία δεν αντιπαραβάλλει στη Μεγάλη Κρίση παραπονεμένα λόγια και μελοδραματικά αδιέξοδα, μόνο πλάνα του ανοιχτού ορίζοντα και του ξάστερου ουρανού, εκφραστικά κλόουζ απ, εξιστόρηση πραγματικών περιστατικών (οι Λίντα Μέι και ο Μπομπ Γουέλς, όπως και σχεδόν όλοι οι δεύτεροι ρόλοι, υποδύονται λίγο πολύ τον εαυτό τους), αφηγηματικές ανάσες στους χαρακτήρες και στο κέντρο του κάδρου γυναίκες και άντρες που, κόντρα στις απαιτήσεις των καιρών, αποφασίζουν να… αποφασίσουν για τον εαυτό τους. -Χρήστος Μήτσης, 4/5
3. "Million Dollar Baby" (Κλιντ Ίστγουντ, 2004)
Ένας παλαίμαχος προπονητής του μποξ, με πάθος για την κέλτικη λογοτεχνία, αλλά και εσωτερική οδύνη για την απώλεια επαφής με την κόρη του, δέχεται ύστερα από πολλούς δισταγμούς να αναλάβει την προπόνηση μιας 30χρονης σερβιτόρας, η οποία, αν και μεγάλη σε ηλικία, φαίνεται να έχει ταλέντο στη γυναικεία πυγμαχία. Το "Million Dollar Baby" είναι η πεμπτουσία της λιτής σκηνοθεσίας, που είναι τόσο ορθά απλή, ώστε να μιλάμε για σοφία. Φοβερές ερμηνείες από τους τρεις βασικούς πρωταγωνιστές, με τη Χίλαρι Σουόνκ να κερδίζει δίκαια τις εντυπώσεις, αλλά και τον Κλιντ να δίνει την πιο μεστή, ώριμη κι ανθρώπινη ερμηνεία της καριέρας του. -Μπάμπης Ακτσόγλου, 4/5
2. "Παράσιτα" (Μπονγκ Τζουν-χο, 2019)
Ο μεγαλύτερος γιος μιας οικογένειας ανέργων γνωρίζεται με τους ευκατάστατους Παρκ και εισβάλλει στη ζωή τους με έναν απρόοπτο για όλους τρόπο. Από τη γλώσσα και τη συμπεριφορά των ηρώων μέχρι την εμπνευσμένη σκηνογραφία (το άθλιο υπόγειο απέναντι στην πολυτελή μεζονέτα), η ταινία τονίζει, ακόμη και πλανοθετικά, το διαφορετικό modus vivendi των δύο οικογενειών, υπογραμμίζοντας έντονα την αδυναμία συνύπαρξής τους. Η κοινωνική κριτική του Μπονγκ Τζουν-χο, όμως, δεν είναι μετωπική κι ετοιμοφόρετη. Αντίθετα, φωτίζει από κάθε πιθανή οπτική μια πραγματικότητα χτισμένη πάνω στις ταξικές αντιθέσεις κι εξερευνά με αξιοθαύμαστη κινηματογραφική πρωτοτυπία τις αντιδράσεις που αυτή γεννά: απελπισμένες, βίαιες, λυτρωτικές όσο και αυτοκαταστροφικές. Ευθυγραμμισμένη στην ίδια απρόβλεπτη λογική είναι και η σκηνοθετική ματιά του πάνω σε όσα –σχεδόν σουρεαλιστικά όταν φτάσουμε στο φινάλε– συμβαίνουν. Έτσι εκστατικοί απολαμβάνουμε το συναρπαστικό σλάλομ της ανάμεσα σε στιλ, διαθέσεις και είδη: κλειστοφοβικό θρίλερ, ψυχαναλυτική αλληγορία (ευφυέστατη η χρήση της επιφάνειας και του υπογείου), πικρή κωμωδία, πολιτική σάτιρα και γκροτέσκα φάρσα. -Χρήστος Μήτσης, 4/5
1. "Καμία Πατρίδα για τους Μελλοθάνατους" (Τζόελ & Ίθαν Κοέν, 2007)
Ένας Τεξανός εργάτης βρίσκεται στον τόπο συμπλοκής εμπόρων ναρκωτικών και αποφασίζει να κρατήσει για τον εαυτό του μια "ορφανή" βαλίτσα με 2 εκατομμύρια δολάρια. Τα ίχνη της, όμως, θα ακολουθήσουν οι ιδιοκτήτες της, ο τοπικός σερίφης κι ένας επαγγελματίας δολοφόνος. Αντιστρέφοντας διαρκώς το ρόλο κυνηγού και θηράματος, οι Κοέν ανακατεύουν μαγικά τις θεματικές του γουέστερν με τα μοτίβα του road movie και τους κανόνες του νουάρ, ανακεφαλαιώνουν ολόκληρη την κινηματογραφική τους διαδρομή και σκιτσάρουν, με ιλαρότητα και τρόμο, το πιο πιστό πορτρέτο της σύγχρονης Αμερικής. Ταυτόχρονα ανοίγουν, δίπλα στο "Μπάρτον Φινκ", το "Φάργκο" και τον "Μεγάλο Λεμπόφσκι", μια θέση στο ράφι με τα κινηματογραφικά αριστουργήματα, τοποθετούν με προσοχή τους δαφνοστεφανωμένους "Μελλοθάνατούς" τους και συνεχίζουν ακάθεκτοι. -Χρήστος Μήτσης, 4.5/5