Ο Τζον Λε Καρέ, ο οποίος έφυγε στις 12/12 σε ηλικία 89 ετών, στιγμάτισε τη φαντασία εκατομμύριων αναγνωστών ανά τον κόσμο, με τα καθηλωτικά κατασκοπικά θρίλερ που σκαρφίστηκε έχοντας ως φόντο, κυρίως, τις αφανείς κόντρες του Ψυχρού Πολέμου. Ο συγγραφέας, έχοντας ο ίδιος υπάρξει κατάσκοπος στη μεταπολεμική Ευρώπη, στις σελίδες των βιβλίων του εκτός από συνταρακτικές περιπέτειες, κατέγραψε επίσης την αμφισημία της δυτικής ρητορικής, η οποία επιτιθόταν στο Σιδηρούν Παραπέτασμα αποκρύπτοντας τις ατασθαλίες των πολιτικών της. Αναπόφευκτα οι συναρπαστικοί κόσμοι του Λε Καρέ δελέασαν ουκ ολίγους σκηνοθέτες, εμπνέοντας μερικές εξαιρετικές μεταφορές στη μεγάλη οθόνη. Αυτές που ακολουθούν είναι οι καλύτερες κινηματογραφικές μεταφορές των βιβλίων του Λε Καρέ.
5. Ο Επίμονος Κηπουρός (Φερνάντο Μεϊρέλες, 2005)
Ένας σφοδρός έρωτας, καθόλου λευκά ψέματα και ένα βρώμικο πολιτικό παιχνίδι βρίσκονται στην καρδιά μιας πλοκής που τοποθετείται στο Ναϊρόμπι. Εκεί βρίσκεται μια οικολόγος ακτιβίστρια (Ρέιτσελ Βάις) και σύζυγος ενός φιλήσυχου Βρετανού διπλωμάτη (Ρέιφ Φάινς). Ξαφνικά και εντελώς ανεξήγητα, η γυναίκα βρίσκεται δολοφονημένη μαζί με έναν Αφρικανό γιατρό. Ο σύζυγός τότε -προς έκπληξη όλων- ξεκινά μια προσωπική οδύσσεια για να αποκαλύψει την αλήθεια γύρω από το θάνατο της γυναίκας του, κάτι που τον οδηγεί σε επικίνδυνες αποκαλύψεις για τη δραστηριότητα των φαρμακοβιομηχανιών στη Μαύρη Ήπειρο. Για την ερμηνεία της η Βάις απέσπασε το Όσκαρ β’ γυναικείου ρόλου.
4. Ο Νούμερο 1 Καταζητούμενος (Άντον Κόρμπιν, 2014)
Ο στιλίστας σκηνοθέτης του «Αμερικάνου» και του «Control», Άντον Κόρμπιν, στήνει ένα διεθνή πόλεμο κατασκοπίας με πρωταγωνιστές τους Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν, Ρέιτσελ ΜακΆνταμς και Νίνα Χος. Η υπόθεσή του αφορά έναν ύποπτο για τρομοκρατικές ενέργειες Ρωσοτσετσένο, ο οποίος φτάνει μυστικά στο Αμβούργο και διεκδικεί μια τεράστια πατρική κληρονομιά. Οι μυστικές υπηρεσίες τον εντοπίζουν, αλλά οι υπεύθυνοί τους ξεκινούν έναν εσωτερικό πόλεμο για το πώς θα χειριστούν την περίπτωσή του. Ψυχρά, μελαγχολικά χρώματα, η αίσθηση ενός ατελείωτου λαβύρινθου (η πλανοθεσία «τεμαχίζει» διαρκώς τους εσωτερικούς χώρους) και μια ατμόσφαιρα επίμονης αβεβαιότητας ποτίζουν την πλοκή με έναν απαισιόδοξο ρεαλισμό που εξελίσσει την αφηγηματική λιτότητα και τη νοηματική ακρίβεια των κατασκοπικών θρίλερ του ’70. Απλό, ουσιαστικό σινεμά το οποίο δεν παύει παράλληλα να συγκινεί βαθιά μέχρι το πικρό κι εκφραστικό τελευταίο πλάνο του. Διαβάστε ολόκληρη την κριτική εδώ.
3. The Deadly Affair (Σίντνεϊ Λιούμετ, 1967)
Με νεονουάρ αισθητική και σασπένς που κόβει την ανάσα, ο δεξιοτέχνης Λιούμετ («Οι Δώδεκα Ένορκοι», «Σκυλίσια Μέρα», «Σέρπικο», «Το Δίκτυο») μεταφέρει στο σινεμά το πρώτο μυθιστόρημα του Λε Καρέ με τίτλο «Η Τελευταία Κλήση» (1961). Αν και στο βιβλίο κεντρικός ήρωας είναι ο μυστικός πράκτορας Τζορτζ Σμάιλι, σταθερός και διάσημος χαρακτήρας των βιβλίων του συγγραφέα, καθώς τα δικαιώματα χρήσης του ονόματός του ανήκαν στην Paramount, η παραγωγός Columbia μετονόμασε τον πρωταγωνιστή Τσαρλς Ντόμπσον. Εκείνον ενσαρκώνει ο βετεράνος Τζέιμς Μέσον, ο οποίος στο Λονδίνο των’60s διερευνά την υπόθεση αυτοκτονίας ενός πρώην κομμουνιστή και νυν υπαλλήλου του Υπουργείου Εξωτερικών. Οι παράξενες συνθήκες του θανάτου του, σε συνδυασμό με τη μυστήρια συμπεριφορά της χήρας του (η σπουδαία Σιμόν Σινιορέ), μιας γυναίκας που επιβίωσε τα κολαστήρια των ναζιστικών στρατοπέδων συγκέντρωσης, οδηγούν τον Ντομπς σε ένα αγωνιώδες λαβύρινθο κρυφών προθέσεων και απρόβλεπτων εξελίξεων.
2. Ο Κατάσκοπος που Γύρισε από το Κρύο (Μάρτιν Ριτ, 1965)
Μακριά από το γκλάμουρ και το coolness του Τζέιμς Μποντ, ο κατάσκοπος που ενσαρκώνει καταπληκτικά εδώ ο Ρίτσαρντ Μπάρτον είναι ένας υποδειγματικός αντι-ήρωας. Πρόκειται για ένα Βρετανό μυστικό πράκτορα, ο οποίος τη στιγμή που θέλει να αποσυρθεί από την υπηρεσία, αναλαμβάνει μια τελευταία αποστολή: να παρεισφρήσει στο Ανατολικό Βερολίνο και να ξεσκεπάσει έναν διπλό κατάσκοπο. Η ρεαλιστική προσέγγιση της υπόθεσης σε συνδυασμό με τη συνολικά πεσιμιστική ατμόσφαιρα που επικρατεί στην ταινία, ανέδειξαν το συχνό αμοραλισμό που επικρατεί στον κατασκοπικό κόσμο, κι ο οποίος αποκαθήλωσε την κινηματογραφική αποθέωση που συνόδευε τις κατασκοπικές περιπέτειες. Για την επιτυχία της ταινίας ευθύνεται και ο σεναριογράφος Πολ Ντεν, εδώ συνυπογράφει με τον Γκάι Τρόσπερ, ο οποίος βρίσκεται πίσω και από τη διασκευή του «Deadly Affair» όπως επίσης μια σειρά διάσημων φιλμ μυστηρίου («Έγκλημα στο Οριάν Εξπρές», «Τζέιμς Μποντ εναντίον Χρυσοδάκτυλου»).
1. Και ο Κλήρος Έπεσε στον Σμάιλι (Τόμας Άλφρεντσον, 2011)
«Tinker, tailor, soldier, sailor, rich man, poor man, beggar man, thief». Αυτή είναι η γνωστότερη παραλλαγή ενός γνωστού βρετανικού παιδικού τραγουδιού, κάτι σαν το δικό μας «αμπέμπα μπλομ», το οποίο στο τέλος του ρυθμικού μετρήματος δείχνει αυτόν που θα τα φυλάει. Ή που θα επιλεγεί να κάνει κάτι ξεχωριστό απ’ την υπόλοιπη παρέα. Ή που μπορεί να είναι κατάσκοπος. Ένας από αυτούς είναι και ο προαναφερθείς Τζορτζ Σμάιλι, ένας οξυδερκής, χαμηλών τόνων και ήπιων τρόπων μοναχικός υπάλληλος της βρετανικής Μυστικής Υπηρεσίας Πληροφοριών ΜΙ6, γνωστής και ως Σέρκους. Η ταινία τον συναντά το 1973, όταν έχει πρακτικά αποσυρθεί, μαζί με τον πρώην διευθυντή του που ακούει στο όνομα Κοντρόλ, ύστερα από μια αποτυχημένη επιχείρηση στην Ουγγαρία (στο βιβλίο στην Τσεχοσλοβακία). Η υπηρεσία, όμως, θα τον καλέσει ξανά για να του αναθέσει μια κρίσιμη, μυστική αποστολή. Κομμάτι κομμάτι, ο γεμάτος σκιές και μισόλογα, μυστικά και ψέματα, κυνηγούς και κυνηγημένους, ιδεολόγους και καιροσκόπους κόσμος του Τζον Λε Καρέ συναρμολογείται με ψύχραιμη δεξιοτεχνία από τον Σουηδό Τόμας Άλφρεντσον («Άσε το Κακό να Μπει»). Ο τελετουργικός και υποβλητικός τρόπος με τον οποίο ο Άλφρεντσον πηγαινοέρχεται στο χρόνο και περιγράφει την υπαρξιακή, δαιδαλώδη οδύσσεια του Σμάιλι αναβιώνει την κινηματογραφική παράδοση των καλύτερων spy movies των δεκαετιών ’60 και ’70, με τον διευθυντή φωτογραφίας Χόιτε Βαν Χοϊτέμα («Άσε το Κακό να Μπει», «The Fighter») να «ζωγραφίζει» πάνω σε ένα μελαγχολικό καμβά από φωτοσκιάσεις. Στο κέντρο του κάδρου του, ο σιωπηλός, για πρώτη φορά υποψήφιος για Όσκαρ Γκάρι Όλντμαν κουβαλά στο καρτερικό βλέμμα του όλη τη θλίψη του ανθρώπου που, επιτέλους, «γύρισε από την αλήθεια» και κατάλαβε πως τα πάντα ήταν ένα μάταιο ψέμα.