#Cinematherapy μέχρι την επιστροφή στις αίθουσες: «Heathers»

Μετράμε αντίστροφα τις μέρες μέχρι να ανοίξουν ξανά τα σινεμά βλέποντας ταινίες που χαλαρώνουν, φτιάχνουν το κέφι και πάνε κόντρα στην κλειστοφοβική διάθεση.

#Cinematherapy μέχρι την επιστροφή στις αίθουσες: «Heathers»

Μετράμε αντίστροφα τις μέρες μέχρι να ανοίξουν ξανά τα σινεμά βλέποντας ταινίες που χαλαρώνουν, φτιάχνουν το κέφι και πάνε κόντρα στην κλειστοφοβική διάθεση.

Η δεκαετία του '80 ήταν η χρυσή εποχή των εφηβικών κομεντί. Από το «Fast Times at Ridgemont High» (1982, Έιμι Χέκερλινγκ) μέχρι το «Πες το Όπως Θες» (1989, Κάμερον Κρόου) και στο ενδιάμεσο τις ταινίες του Τζον Χιουζ που καθόρισαν το είδος («Sixteen Candles», «The Breakfast Club», «Pretty in Pink» - σενάριο), στη μεγάλη οθόνη στριμώχθηκαν οι ιστορίες νέων σε (ερωτική) απόγνωση οι οποίοι βίωναν τη μελαγχολία του τέλους της εφηβείας. Κοινή συνισταμένη των παραπάνω ταινιών το ευδιάθετο στιλ και το χάπι εντ• αυτή η μαγική λύση που λατρεύει το αμερικανικό σινεμά, με την οποία οι ήρωες λυτρώνονται και οι θεατές αποχωρούν από την αίθουσα με ένα απελευθερωτικό χαμόγελο στα χείλη. Όλα αυτά μέχρι να εμφανιστεί η ταινία που ανέτρεψε τις συμβάσεις των ρομαντικών κωμωδιών, προσγειώνοντάς τες με το σαρδόνιο ύφος της στην πραγματικότητα.

Το όνομα του Μάικλ Λίμαν πιθανώς δε θα το γνώριζε σήμερα κανείς εάν ο Στάνλεϊ Κιούμπρικ δεν αρνιόταν να σκηνοθετήσει το σενάριο του Ντάνιελ Γουότερς («Ο Μπάτμαν Επιστρέφει», «Demolition Man») για μια σκοτεινή σάτιρα με πρωταγωνιστές ένα ερωτευμένο ζευγάρι εφήβων που δολοφονεί τους συμμαθητές του. Αυτή είναι η βασική πλοκή του «Heathers» (1989), το οποίο έσκασε σαν κεραυνός εν αιθρία στο ανυποψίαστο κοινό της εποχής. Το αποτέλεσμα ήταν η εμπορική αποτυχία της ταινίας, η οποία έπειτα πήρε την εκδίκησή της αποκτώντας με τα χρόνια ένα φανατικό κοινό. Κάτι τέτοιο δε θα πρέπει να μας εκπλήσσει, μιας και δε μιλάμε για ένα τυπικό rom com, αλλά για ένα φιλμ που ξεκινάει με υλικά το ρομάντζο και την αφελή κωμωδία, προτού υιοθετήσει ατμόσφαιρα θρίλερ και υπαρξιακής περιπέτειας. Πραγματικά, η υφολογική ρευστότητα της ταινίας γίνεται με τόσο πετυχημένη αρμονία, ώστε θα έλεγε κανείς πως ο συνδυασμός παραήταν μεταμοντέρνος για τα late '80s...

#Cinematherapy μέχρι την επιστροφή στις αίθουσες: «Heathers» - εικόνα 1

Η 18χρονη τότε Γουινόνα Ράιντερ και ο Κρίστιαν Σλέιτερ στην αυγή της δημοφιλίας του ενσαρκώνουν το ζευγάρι που ερωτεύεται κεραυνοβόλα στο σχολικό κυλικείο, επιβεβαιώνοντας το ρητό «τα ετερώνυμα έλκονται». Κι αυτό γιατί η Βερόνικα, ο ρόλος της Ράιντερ, είναι μέρος της διασημότερης σχολικής κλίκας, ενώ ο Σλέιτερ, ως Τζέι Ντι, αναπαριστά τον μυστηριώδη περιθωριακό συμμαθητή με τα μαύρα δερμάτινα και την cool μηχανή. Εκτός από την ερωτική έλξη, όμως, εκείνο που επιπλέον τους ενώνει είναι το μίσος για τους συμμαθητές τους, συγκεκριμένα για τις τρεις Χέδερς (Κιμ Γουόκερ, Λιζάν Φολκ, Σάνεν Ντόχερτι) που συμπληρώνουν τη δημοφιλέστερη παρέα του σχολείου, στην οποία συμπεριλαμβάνεται η Βερόνικα.

Μόνο που εκείνη απεχθάνεται εξίσου την υποκρισία και την εμμονή των άσπονδων φίλων της με τη (φαινομενική) τελειότητα, όσο και το χόμπι να κάνουν καψόνια στους συνήθως σπασίκλες συμμαθητές τους. Όταν η απόπειρα των Ράιντερ - Σλέιτερ να βάλουν στη θέση της μια από τις Χέδερς οδηγεί (σχεδόν) κατά λάθος στο θάνατό της, πυροδοτούνται ανεπιστρεπτί τα δολοφονικά ένστικτα του ζευγαριού.

Ουσιαστικά στο «Heathers» γίνεται πράξη η ευχή «μακάρι να πέθαινε», που συχνά ακούγεται από μαθητές λυκείου για άτομα που αντιπαθούν. Μια απερίσκεπτη επιθυμία η οποία στην ταινία γίνεται ενδεικτική του κυνισμού που διακατέχει τους χαρακτήρες. Κάθε διαπροσωπική σχέση συνάπτεται με όρους ανταλλάγματος, είτε για να επιτευχθεί καλύτερο πλασάρισμα στην κλίμακα δημοφιλίας του προαυλίου είτε το πιο σύνηθες, τη σεξουαλική ικανοποίηση. Ο εγωισμός και το προσωπικό κέρδος κινητοποιεί την άκρως ανταγωνιστική σχέση μεταξύ των ηρώων, ένας πετυχημένος αντικατοπτρισμός των νεοφιλελεύθερων «reagonomics» που σμίλεψαν το κυρίαρχο κοινωνικοοικονομικό πνεύμα των αμερικανικών '80s. Στο «Heathers» αυτό απεικονίζεται ποικιλοτρόπως - από το σαδισμό των Χέδερς κάθε φορά που εξευτελίζουν δημόσια κάποιον «κατώτερό τους» μέχρι τη συλλογική απάθεια που συνοδεύει κάθε είδηση ενός νέου θανάτου. Καθόλου τυχαία, οι πρωταγωνιστές της ταινίας είναι παιδιά αστών, ό,τι επιθυμούν είναι εξασφαλισμένο, γι' αυτό και η συμπεριφορά τους είναι μια αντίδραση -όχι απαραίτητα δικαιολογημένη- στην υπολογισμένη ασφάλεια των ζωών τους.

Ακόμα και η σχέση της Βερόνικα με τον Τζέι Ντι, παρότι ξεκινά τρυφερά, ατροφεί σε σημείο να εξελιχθεί σε μια συνθήκη πνιγηρή λίγο μετά την πρώτη τους νύχτα μαζί, ενώ είναι αξιοσημείωτο πως περισσότερο η καταπιεστική συμπεριφορά του χαρακτήρα του Σλέιτερ επιδρά αρνητικά στη Ράιντερ, παρά οι καθαυτό φόνοι. Η ροπή του προς την παράνοια μετατρέπεται σε απερίφραστη κοινωνιοπάθεια όταν εκείνη δεν ανταποκρίνεται στη λύσσα του για φόνους, άρνηση που εκλαμβάνει και ως ερωτική απόρριψη, αποκαλύπτοντας έτσι τη διαταραγμένη προσωπικότητα που έκρυβε μέσα του. Με σύγχρονους όρους θα λέγαμε πως ο Τζέι Ντι αποτελεί κατεξοχήν έκφραση της τοξικής αρρενωπότητας, με την οποία πρέπει να συγκρουστεί η Βερόνικα εάν θέλει να χειραφετηθεί πραγματικά.

#Cinematherapy μέχρι την επιστροφή στις αίθουσες: «Heathers» - εικόνα 2

Το «Heathers», όμως, είναι ακόμα τολμηρότερο, καθώς χειρίζεται με μια χειρουργικής ακρίβειας ισορροπία πλήθος θεμάτων που σύγχρονες ταινίες θα απέφευγαν τρέχοντας, πόσω δε μάλλον να τις συνδύαζαν κιόλας. Μεταξύ άλλων θίγονται ζητήματα όπως τα διατροφικά προβλήματα ανασφαλών εφήβων, οι πυροβολισμοί στα σχολεία όταν ακόμα δεν ήταν (αμερικανικό) φαινόμενο, οι casual απόπειρες στη σεξουαλική βία και το fat shaming που δίνει και παίρνει. Τα παραπάνω, ειπωμένα μέσα από έναν φλογερό πόλεμο λέξεων και προσβολών μεταξύ των συμμαθητών, οι οποίοι ανταλλάσουν δηλητηριώδεις ατάκες σε αξέχαστους διαλόγους. Προσωπική αγαπημένη η φράση «fuck me gently with a chainsaw» που ξεστομίζει ανέκφραστα η Γουόκερ, και αυτή σκεφτείτε είναι μια από τις πιο ανώδυνες. Στο τέλος η μόνη απορία που απομένει είναι, πώς θα γύριζε άραγε ο Κιούμπρικ το «Heathers»;

Διαβάστε ακόμα

Τελευταία άρθρα Σινεμά

Το "Υπάρχω" είναι πλέον η εμπορικότερη ελληνική ταινία της δεκαετίας

Η σινε-βιογραφία του Στέλιου Καζαντζίδη κατέβασε ταχύτητα, αλλά συνεχίζει να γεμίζει τις αίθουσες, έχοντας αγγίξει τα 700.000 εισιτήρια. Επόμενος στόχος της, να ξεπεράσει τις "Νύφες" και το "Ελ Γκρέκο".

ΓΡΑΦΕΙ: ΧΡΗΣΤΟς ΜΗΤΣΗς
13/01/2025

Το Διεθνές Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας αναζητά νέο καλλιτεχνικό διευθυντή

Οι ενδιαφερόμενοι καλούνται να υποβάλουν τις αιτήσεις τους έως την 31η Ιανουαρίου 2025, σύμφωνα με τις απαιτήσεις και τις διαδικασίες που περιγράφονται στην ανακοίνωση.

Έξτρα προβολή για το ντοκιμαντέρ "Η Αθήνα του  Μεσοπολέμου 1922-1940"

Η Αθήνα του Μεσοπολέμου ζωντανεύει μέσα από το ντοκιμαντέρ της Μαρίας Ηλιού.

Στο "Queer" ο Ντάνιελ Κρεγκ αποδεικνύει πως επιτέλους παίζει τους ρόλους που θέλει

Ο υποψήφιος για Χρυσή Σφαίρα ηθοποιός στη νέα ταινία του Λούκα Γκουαντανίνο δίνει μια ερμηνεία βγαλμένη από την πρότερη, εν πολλοίς ξεχασμένη, καριέρα του.

"Drakula Halála": Το (ξεχασμένο) πρώτο Νοσφεράτου

Με το "Νοσφεράτου" του Ρόμπερτ Έγκερς να έχει κάνει ποδαρικό με το δεξί στα ελληνικά σινεμά, δίνεται η ευκαιρία να πάμε στην Ουγγαρία του 1921 και να ξαναδούμε τι ξέρουμε και τι αγνοούμε για τη νεφελώδη πρώτη προσπάθεια μεταφοράς του Δράκουλα στη μεγάλη οθόνη, στην οποία μπλέχτηκε και ο μετέπειτα σκηνοθέτης της θρυλικής "Καζαμπλάνκα".

Οι ταινίες που έρχονται στις αίθουσες την Πέμπτη 16/1

Ο Ντάνιελ Κρεγκ, ο βραβευμένος με Χρυσό Φοίνικα Κίραν Κάλκιν και ο Πάντινγκτον προσεχώς στις μαρκίζες των κινηματογράφων.

Οι βραβευμένες με Χρυσή Σφαίρα ταινίες που βλέπουμε στα σινεμά

Βλέπουμε ξανά ή συμπληρώνουμε κενά με τίτλους που απέσπασαν δάφνες από την Ένωση Ξένων Ανταποκριτών του Χόλιγουντ.