Ο Βίκστρομ είναι ένας πλασιέ που εγκαταλείπει γυναίκα, σπίτι και δουλειά. Κερδίζοντας μια γερή παρτίδα πόκερ, ανοίγει ένα εστιατόριο στο οποίο προσλαμβάνει μερικούς… αντισυμβατικούς υπαλλήλους, ανάμεσά τους και τον Σύρο πρόσφυγα Καλέντ. Μια φέτα ζωής σερβιρισμένη με γλυκιά αισιοδοξία, ανορθόδοξο χιούμορ και ανεβαστικό rock ’n’ roll. Από τις καλύτερες ταινίες του διασκεδαστικά προβλέψιμου και σταθερά μινιμαλιστή δημιουργού της, η οποία απέσπασε την Αργυρή Άρκτο σκηνοθεσίας στο Φεστιβάλ Βερολίνου.
Παραμένοντας αμετακίνητος υποστηρικτής της «άλλης όψης», ο Άκι Καουρισμάκι ρίχνει ξανά άγκυρα σε κινηματογραφικό λιμάνι τρία χρόνια ύστερα από αυτό της «…Χάβρης». Δένει στο Ελσίνκι και ξεφορτώνει από το αμπάρι του τον Καλέντ, πρόσφυγα από το Χαλέπι, ο οποίος έχει χάσει την οικογένειά του στον εμφύλιο και αναζητά την αδερφή του σε όλη την Ευρώπη. Όπως και στην προηγούμενη ταινία του, ο 60χρονος Φινλανδός ακολουθεί κι εδώ μια πλοκή στημένη πάνω στην επικίνδυνη για την ευρωπαϊκή ευνομία σχέση ενός παράνομου ξένου κι ενός κοινωνικά απόκληρου, μια και ο έτοιμος για απέλαση και φυγάς πλέον από το «κέντρο φιλοξενίας» νεαρός Σύρος θα βρεθεί στο δρόμο του Βίκστρομ. Ενός πλασιέ αντρικών πουκάμισων ο οποίος σε μια βουβή αρχική σκηνή, υπόδειγμα διηγηματικής λιτότητας και κωμικού τάιμινγκ, εγκαταλείπει ξαφνικά τη γυναίκα και τη δουλειά του. Ύστερα από ένα κερδοφόρο παιχνίδι πόκερ αποφασίζει να ανοίξει ένα εστιατόριο και να προσλάβει ένα κουαρτέτο… όχι ακριβώς εξειδικευμένων υπαλλήλων, ανάμεσα στους οποίους συμπεριλαμβάνεται και ο Καλέντ.
Στο δεύτερο μέρος της άτυπης «τριλογίας των λιμανιών» ο Καουρισμάκι δεν ξανοίγεται φυσικά σε αχαρτογράφητα ύδατα. Δοκιμάζει μια ευπρόσδεκτη παραλλαγή της «…Χάβρης», η οποία δεν είναι παρά ακόμη μία εκδοχή της ίδιας ταινίας που σκηνοθετεί εδώ και 35 χρόνια. Η έμφαση δίνεται εδώ στο προσφυγικό ζήτημα, το οποίο προσεγγίζεται από τη γνωστή –αυτήν των ξενοφοβικών στερεοτύπων– αλλά και την αφανή, την «άλλη» όψη της, εκείνη του εξοστρακισμένου πολίτη από την ίδια του την εθνική πραγματικότητα. Ο Βίκστρομ είναι ένα αταίριαστο γρανάζι στην καλολαδωμένη μηχανή παραγωγής που ονομάζεται «βορειοευρωπαϊκή κανονικότητα», καθώς οι απόψεις και τα γούστα του (από τους losers συνεργάτες του μέχρι το rock ’n’ roll και τα αμερικάνικα αμάξια) δεν χωράνε σε κάποιο καθωσπρέπει κλισέ. Ακόμη και η οργάνωση της επιχείρησής του είναι αντισυμβατική: όταν οι σαρδέλες κατευθείαν από την… κονσέρβα δεν πείθουν για γκουρμεδιά, το εστιατόριό του μετατρέπεται σε έθνικ και σερβίρει σούσι. δηλαδή ρέγκα με ουασάμπι!
Πρωταγωνιστές με ανέκφραστα πρόσωπα, τσιτάτα που μεταμφιέζονται σε καθημερινούς διαλόγους, «παροξύτονο» χιούμορ, μια διάχυτη αίσθηση ετεροχρονισμού και μια αμήχανη αποστασιοποίηση. Όπως οι ήρωες νιώθουν αταίριαστοι μέσα σε ένα παγκοσμιοποιημένο, ψηφιακό και αψεγάδιαστο περιβάλλον, έτσι και ο Καουρισμάκι αντιπαραβάλλει έναν στιλιζαρισμένα ξεπερασμένο και μελαγχολικό μα αισιόδοξο και βαθιά ουμανιστικό αντίλογο στο ομοιογενές κινηματογραφικό θέαμα του καιρού μας. Στο ρετρό σύμπαν της «Άλλης Όψης…» οι φωτογραφίες της Ντάιαν Άρμπους συναντούν τον cool μινιμαλισμό του Τζιμ Τζάρμους και οι πίνακες του Έντουαρντ Χόπερ τη ζεν φιλοσοφία, συνθέτοντας μια ποιητική κωμωδία της δραματικής καθημερινότητάς μας, που βραβεύτηκε με την Αργυρή Άρκτο στο Φεστιβάλ Βερολίνου.
Φινλανδία, Γερμανία. 2017. Διάρκεια: 100΄. Διανομή: AMA FILMS.
Περισσότερες πληροφορίες
Η Άλλη Όψη της Ελπίδας
Ο Βίκστρομ είναι ένας πλασιέ που εγκαταλείπει γυναίκα, σπίτι και δουλειά. Κερδίζοντας μια καλή παρτίδα πόκερ, ανοίγει ένα εστιατόριο στο οποίο προσλαμβάνει μερικούς… αντισυμβατικούς υπαλλήλους, ανάμεσά τους και τον Σύρο πρόσφυγα Καλέντ.