Στις 25 Δεκεμβρίου του 1977 ο Τσάρλι Τσάπλιν πεθαίνει στο Βεβί της Ελβετίας. Στριμωγμένοι οικονομικά, δυο φουκαράδες αποφασίζουν να κλέψουν το φέρετρό του και να ζητήσουν λύτρα από την οικογένειά του. Ένα αληθινό γεγονός εμπνέει στο σκηνοθέτη του «Ενώπιον Θεών και Ανθρώπων» μια γλυκόπικρη κομεντί με εύστοχες κοινωνικές και κινηματογραφόφιλες αναφορές.
Αφού εγκατέλειψε μόνιμα τις Ηνωμένες Πολιτείες, διωχθείς για τις πολιτικές του πεποιθήσεις, ο Τσάρλι Τσάπλιν εγκαταστάθηκε από τον Ιανουάριο του 1953 στο Κορσιέ σιρ Βεβί της Ελβετίας, σε ένα κτήμα 35 στρεμμάτων κοντά στη λίμνη της Γενεύης. Εκεί πέθανε έπειτα από 24 χρόνια, λίγο μετά την ταφή της σορού του όμως το φέρετρό του εκλάπη από δύο Ανατολικοευρωπαίους μετανάστες, οι οποίοι επιχείρησαν να αποσπάσουν λύτρα από την οικογένειά του.
Ο ηθοποιός και βραβευμένος σκηνοθέτης («Μην Ξεχνάς πως θα Πεθάνεις», «Ενώπιον Θεών και Ανθρώπων») Ξαβιέ Μποβουά προσπαθεί να εκμεταλλευτεί πολλαπλά το διάσημο αυτό γεγονός, διασκευάζοντάς το με μυθοπλαστική ελευθερία: Στην Ελβετία του 1977 ο Βέλγος μικροκακοποιός Εντί αποφυλακίζεται και βρίσκει προσωρινή κατοικία σε ένα τροχόσπιτο στην αυλή του φτωχόσπιτου του φίλου του Οσμάν, Αλγερινού πρόσφυγα που έχει τη γυναίκα του στο νοσοκομείο. Χωρίς ασφάλεια, ο τελευταίος είναι αναγκασμένος να βρει 50.000 φράγκα για τα νοσήλια, ενώ παράλληλα φροντίζει την 7χρονη κόρη του, η οποία έχει αναπτύξει μια πολύ καλή σχέση με τον εξωστρεφή Εντί. Όταν όμως εκείνος προτείνει στον Οσμάν να κλέψουν το φέρετρο του πρόσφατα ταφέντος Τσάρλι Τσάπλιν και να ζητήσουν λύτρα για να το επιστρέψουν, οι δύο φίλοι τσακώνονται και ο Εντί εγκαταλείπει το τροχόσπιτο, καθώς βρίσκει δουλειά σε ένα περαστικό από την πόλη τσίρκο.
Πιεσμένος οικονομικά, ο Οσμάν γρήγορα αναγκάζεται να ξανασκεφτεί την ιδέα, ενώ τελικά αποφασίζει να συμμετάσχει στην παράτολμη επιχείρηση, η οποία εξελίσσεται φυσικά εντελώς διαφορετικά από τα αρχικά σχέδια των δύο «απαγωγέων». Βγαλμένοι θαρρείς από ταινία του ίδιου του Τσάπλιν, οι Εντί και Οσμάν μοιάζουν με δύο σύγχρονες παραλλαγές του Σαρλό, του καταφερτζή αλητάκου τον οποίο ο Βρετανός ιδιοφυής κωμικός μετέτρεψε στην πλέον αναγνωρίσιμη περσόνα της κινηματογραφικής ιστορίας.
Ο Ξαβιέ Μποβουά συνδέει άμεσα αλλά κι εντελώς αβίαστα την τύχη τους με αυτήν του τσαπλινικού ήρωα, δίνοντας σε ολόκληρη τη γλυκόπικρη κομεντί του, πιστή μέχρι τέλους στις συγκινητικές περιπέτειες των χαρακτήρων της, μια σινεφίλ (παράλληλα πάντα με την πολιτικοινωνική) διάσταση. Ακόμη και η ιστορία του Εντί με τη Ρόζα αποτίνει φόρο τιμής στο «Τσίρκο» και το βωβό σλάπστικ, ενώ η απολογία του συνηγόρου στη δίκη του φινάλε αναφέρεται άμεσα στις ιδέες και τις αξίες του καλλιτέχνη Τσάπλιν. Αυτές άλλωστε αποτελούν και το πραγματικό ιδεολογικό κέντρο βάρους της ταινίας, η οποία αναρωτιέται διακριτικά και χιουμοριστικά πάνω στην έννοια της καλλιτεχνικής (κινηματογραφικής και μη) κληρονομιάς και την πραγματική, διαχρονική αξία ενός έργου τέχνης, το οποίο ξεπερνά τα όρια της οθόνης ή του τελάρου ή της θεατρικής σκηνής και γίνεται στάση και μάθημα ζωής.
Γαλλία, Βέλγιο. 2014. Διάρκεια: 110΄. Διανομή: ΣΠΕΝΤΖΟΣ FILM, SEVEN FILMS.
Περισσότερες πληροφορίες
Το Τίμημα της Δόξας
Στις 25 Δεκεμβρίου του 1977 ο Τσάρλι Τσάπλιν πεθαίνει στο Βεβί της Ελβετίας. Στριμωγμένοι οικονομικά, δυο φουκαράδες αποφασίζουν να κλέψουν το φέρετρό του και να ζητήσουν λύτρα από την οικογένειά του.