Δύο πλανόδιοι πωλητές αστείων παιχνιδιών και τρικ περιφέρονται σε μια «ανορθόδοξη» πραγματικότητα, στην οποία κανείς δεν εκτιμά τη συνεισφορά τους στη συλλογική διασκέδαση. Χρυσό Λιοντάρι στη Βενετία για μια θεόπικρη όσο και ξεκαρδιστική σουρεαλιστική σάτιρα της ανθρώπινης συμπεριφοράς, υποταγμένης στις (ηθικές, πολιτικές και κοινωνικές) επιταγές του σύγχρονου δυτικού πολιτισμού.
Σκανδιναβία, η τέλεια οργανωμένη κοινωνία. Εκεί όπου οι ένοικοι μιας πολυκατοικίας τηρούν το ωράριο κοινής ησυχίας, το λεωφορείο περνά στην ώρα του, αλλά –όπως και σε κάθε άλλη κοινωνία– ένας άνθρωπος μπορεί να πέσει ξαφνικά νεκρός στο εστιατόριο ενός φέριμποτ. Αυτή η εισβολή του απρόοπτου, που στα μάτια των κοντόφθαλμων ορθολογιστών συγχέεται με το παράλογο, αποτελεί τη μόνιμη θεματική του «ανορθόδοξου» Σουηδού auteur Ρόι Άντερσον, ο οποίος δεκατέσσερα χρόνια μετά τα «Τραγούδια Από το Δεύτερο Όροφο» κι επτά μετά το «Εσείς οι Ζωντανοί» ολοκληρώνει θριαμβευτικά την κινηματογραφική «ανθρώπινη τριλογία» του με το «Ένα Περιστέρι…».
Ξεκινώντας από τα σύντομα σκετς δύο ξαφνικών θανάτων («Υπάρχει κανείς που θέλει το γεύμα; Είναι δωρεάν», φωνάζει η ταμίας του πλωτού εστιατορίου) αλλά και αυτό με μια ετοιμοθάνατη υπερήλικη η οποία αρνείται να αφήσει από τα χέρια της την τσάντα με τα χρυσαφικά της, ο Άντερσον μας συστήνει έναν αποχρωματισμένο, κλινικά ψυχρό, κατοικημένο από ζωντανά φαντάσματα και από τα απρόβλεπτα παιχνίδια της μοίρας κόσμο.
Τα ακίνητα, γεωμετρικά πλάνα του, «χαρακωμένα» από μια γραμμή (μάταιης) φυγής προς τον ορίζοντα κι επηρεασμένα από πίνακες του Πίτερ Μπρίγκελ, του Βαν Γκογκ και του Ζαν Φρανσουά Μιγέ («Οι σταχομαζώχτρες»), ορίζουν αυτόν τον κόσμο ως έντονα φωτισμένο, μα κλειστοφοβικό, ενώ μια σειρά από χαλαρά συνδεδεμένα σκετσάκια τον περιγράφουν ως αβάσταχτα ανάλαφρο, τραγικό και την ίδια στιγμή αστείο: ένας καπετάνιος που αποφασίζει να συνεχίσει την καριέρα του ως ανειδίκευτος κουρέας, μια καθηγήτρια του φλαμένκο που φλερτάρει ανεπιτυχώς έναν μαθητή της, ένας άντρας που δεν βρίσκει ποτέ το τραπέζι που έκλεισε σε ένα εστιατόριο, ο έτοιμος να αυτοκτονήσει διευθύνων σύμβουλος μιας εταιρείας που λέει στωικά στο τηλέφωνο: «Χαίρομαι που ακούω πως είσαι καλά», ο βασιλιάς Κάρολος ο 12ος που σταματάει σε ένα σύγχρονο μπαρ πριν και μετά τη μάχη της Πολτάβα του 1709, ενώ παράλληλα δύο δονκιχωτικές φιγούρες περιφέρονται προσπαθώντας να πουλήσουν (κάθε άλλο παρά) διασκεδαστικά τρικ, όπως πλαστικά δόντια βρικόλακα, σακουλάκι γέλιου και τη μάσκα του γερο-φαφούτη.
Εκεί που ο Ζακ Τατί συναντά τον Ίνγκμαρ Μπέργκμαν και ο Σάμιουελ Μπέκετ τους Μόντι Πάιθον, άπαντα τα ηθικά αδιέξοδα, η συνολική κοινωνική αλλοτρίωση και η πλήρης πολιτική ενοχή (το ευφάνταστα μακάβριο αποικιοκρατικό σκετς) του δυτικού πολιτισμού αναδεικνύονται μπροστά στο φακό του Ρόι Άντερσον σαν μια γιγάντια σουρεαλιστική φάρσα. Αποκαλυπτική ακτινογραφία των δομών οι οποίες εγκλωβίζουν μέσα σε αυτήν την κωμικοτραγική παρεξήγηση τα ανθρώπινα πάθη, το «Ένα Περιστέρι…» αποτελεί υπόδειγμα απολαυστικού κοινωνικού σινεμά με ανατρεπτική δραματουργία και μοντέρνα αφήγηση, ένα από τα καθαρά αριστουργήματα του σύγχρονου ευρωπαϊκού κινηματογράφου.
Σουηδία, Νορβηγία. 2014. Διάρκεια: 101΄. Διανομή: ΑΜΑ FILMS.
Περισσότερες πληροφορίες
Ένα Περιστέρι Έκατσε σε Ένα Κλαδί Συλλογιζόμενο την Ύπαρξή του
Δύο πλανόδιοι πωλητές αστείων παιχνιδιών και τρικ περιφέρονται σε μια «ανορθόδοξη» πραγματικότητα, στην οποία κανείς δεν μοιάζει να εκτιμά τη συνεισφορά τους στη συλλογική διασκέδαση.