Τα τρομερά αδέρφια του ευρωπαϊκού σινεμά μιλούν στον Χρήστο Μήτση για την τελευταία τους ταινία «Δυο Ημέρες, Μια Νύχτα», η οποία έκανε πρεμιέρα στο Φεστιβάλ Κανών, για τη συνεργασία τους με τη Μαριόν Κοτιγιάρ και για την εργατική τάξη που… δεν πάει στον παράδεισο.
Πόσο ριψοκίνδυνη ήταν η πρωταγωνιστική επιλογή της Μαριόν Κοτιγιάρ, της μεγαλύτερης σύγχρονης Γαλλίδας σταρ;
Ζαν-Πιέρ Από τις πρώτες συζητήσεις που είχαμε με τη Μαριόν έγινε σαφές πως δεν επρόκειτο να αλλάξει κάτι στο στιλ μας, ούτε εμείς θέλαμε να τη μεταμορφώσουμε ερμηνευτικά. Πώς θα τα καταφέρναμε άλλωστε… Κάθε πρωταγωνιστής μας, από τον Ζερεμί Ρενιέ μέχρι την Άρτα Ντομπρόσι, σφραγίζει με την προσωπικότητά του την ταινία μας. έτσι έγινε και με τη Μαριόν. Το βασικό ζητούμενο ήταν αυτό το οποίο επιδιώκουμε σε όλες τις ταινίες μας, να «εξαφανιστεί» ο ηθοποιός μέσα στο ρόλο. Η Κοτιγιάρ να γίνει η Σαντρά.
Δουλέψατε κι εδώ με πολλές πρόβες όπως συνηθίζετε;
Ζαν-Πιέρ Βέβαια, διότι είναι κάτι που θεωρούμε απαραίτητο. Και πάντα σε φυσικούς χώρους. Έτσι βρίσκουμε το σωστό ρυθμό, το κατάλληλο πλάνο, διορθώνουμε λεπτομέρειες στη σκηνογραφία.
Λικ Στην περίπτωση της Μαριόν αυτό έγινε επιτακτικότερο, διότι η παρουσία της ήταν για μας μια καινούργια εμπειρία. Έπρεπε να τη φέρουμε στον κινηματογραφικό κόσμο μας, οπότε οφείλαμε να αναζητήσουμε μαζί τι κοινό και τι διαφορετικό έχουμε.
Στην ταινία κάποιοι εργάτες πρέπει να αποφασίσουν είτε να κρατήσουν το μπόνους τους, αλλά έτσι θα απολυθεί μια συνάδελφος, είτε να το θυσιάσουν για να παραμείνει εκείνη στη δουλειά. Από πού ξεκίνησε αυτή η σεναριακή ιδέα;
Λικ Είχαμε ακούσει πολλές παρόμοιες ιστορίες. Αποφασίσουμε να τα συνθέσουμε σε ένα μυθοπλαστικό σενάριο, διότι πιστεύουμε πως το θέμα αποτελεί το πιο επείγον σύγχρονο κοινωνικό πρόβλημα.
Μιλάτε για την ανεργία…
Λικ Για την ακρίβεια, για τον τρόπο με τον οποίο η ανεργία επηρεάζει τις σχέσεις των ανθρώπων. Ο κυνισμός των αφεντικών έχει γιγαντωθεί, είναι πλέον εκτός ελέγχου. Παλιά, σε μια ανάλογη κατάσταση με αυτήν της ταινίας, θα υπήρχε μια πειστικότερη δικαιολογία για τις περικοπές ή την απόλυση. Έστω θα κατασκευαζόταν… Τώρα η εργοδοσία βάζει τους εργαζόμενους να λύσουν μόνοι τους τα προβλήματα που δημιούργησε εκείνη. Και βρίσκει πρόσφορο έδαφος, μια και η εργατική αλληλεγγύη, η κοινωνική αλληλεγγύη συνολικά, έχει χαθεί.
Ζαν-Πιέρ Αυτό κάνει την οικονομική εξουσία να αποθρασύνεται όλο και περισσότερο. Τώρα πλέον δεν έχει κρυφή ατζέντα. Επιτίθεται ευθέως στα κοινωνικά και τα εργασιακά δικαιώματα και τα καταλύει.
Ως παραγωγοί των ταινιών σας, βρίσκεστε κι εσείς κατά περίσταση στη θέση του εργοδότη. Πώς θα χειριζόσασταν ένα ανάλογο πρόβλημα;
Λικ Πολύ απλά. Θα κρατούσαμε το μπόνους για τον εαυτό μας και θα το μοιραζόμασταν. (γέλια)
Ζαν-Πιέρ Ευτυχώς δεν μας έχει τύχει παρόμοιο πρόβλημα, γιατί δεν λειτουργούμε έτσι κι αλλιώς με τέτοια λογική. Έχουμε πάντοτε ένα μέτριο προϋπολογισμό, σεβόμαστε αυστηρά το πλάνο εργασίας, προσλαμβάνουμε τεχνικούς από την περιοχή στην οποία γυρίζουμε, ενώ δανειζόμαστε τον εξοπλισμό και τα αντικείμενα που χρησιμοποιούμε στην ταινία –από αυτοκίνητα μέχρι λαμπατέρ– από φίλους. Κάνουμε τα πάντα για να μη βρεθούμε μπροστά σε ανεπιθύμητα οικονομικά διλήμματα και μέχρι στιγμής τα έχουμε καταφέρει μια χαρά.
Ως σκηνοθέτες, τώρα, δοκιμάσατε κάτι καινούργιο στο «Δυο Ημέρες, Μια Νύχτα»; Μοιάζει σαν να υιοθετείτε εδώ ένα πιο «γλυκό», πιο ήρεμο, πάντα ντοκιμαντερίστικο βέβαια αφηγηματικό ύφος.
Ζαν-Πιέρ Πράγματι, η ταινία έχει περισσότερα ανοιχτά πλάνα και το στιλ είναι λιγότερο άγριο, λιγότερο αιχμηρό. Αυτό έχει να κάνει πρωτίστως με τους χαρακτήρες, καθώς όταν συναντάμε τη Σαντρά εκείνη είναι ένας παθητικός, παραδομένος χαρακτήρας. Η Ροζέτα ή ο Ολιβιέ στον «Γιο» είναι οργισμένοι άνθρωποι και η κάμερα «μεταφράζει» ακριβώς αυτό το τραχύ συναίσθημα. Η κάμερα, άρα και το σκηνοθετικό στιλ, πρέπει κάθε φορά να ακολουθεί το χαρακτήρα και την ιστορία του, όχι να του επιβάλλει προ-αποφασισμένες ιδέες.
Οι συνεργάτες σας δηλώνουν πως δεν σας έχουν δει ποτέ να τσακώνεστε. Είναι δυνατό να συμφωνείτε σε όλα ή απλώς το κάνετε όταν είστε μόνοι;
Λικ Λειτουργούμε συμπληρωματικά, βάζοντας ο καθένας στο τραπέζι διαφορετικά πράγματα. Η βάση όμως είναι κοινή. Υπάρχει επίσης απεριόριστη εμπιστοσύνη, έτσι αν ο Ζαν-Πιέρ ζητήσει κάτι να γίνει οπωσδήποτε, εγώ του δίνω το χώρο του και αυτό γίνεται. Ακριβώς το ίδιο θα συμβεί αν ζητήσω κάτι εγώ, γεγονός που θεωρώ απαραίτητο. Εκείνος δεν θα βάλει βέτο, ούτε θα χάσουμε χρόνο κι ενέργεια συζητώντας το διεξοδικά. Voila. Είναι ένας υγιής ανταγωνισμός δοκιμασμένος χρόνια…
Περισσότερες πληροφορίες
Δυο Ημέρες, Μια Νύχτα
Η Σαντρά, μια εργαζόμενη μητέρα με προβλήματα κατάθλιψης, έχει στη διάθεσή της ένα σαββατοκύριακο για να πείσει τους 16 συναδέλφους της να αλλάξουν γνώμη και να αποποιηθούν το μπόνους τους, όρο που έχει θέσει η εργοδοσία ώστε να μη χάσει τη δουλειά της εκείνη.