Ο Ρουμπέν Αμάρ και η Λολά Μπεσίς βρέθηκαν στην Αθήνα για την πρεμιέρα του σκηνοθετικού τους ντεμπούτο, που έχει τον περίεργο τίτλο «Κολύμπα Μικρό μου Ψαράκι, Κολύμπα». Οι δύο Γάλλοι δημιουργοί έζησαν μερικούς μήνες στη Νέα Υόρκη, θέλοντας να γυρίσουν μια ταινία αποκλειστικά αφιερωμένη σε αυτήν. Το αποτέλεσμα ήταν εντυπωσιακό, αφού η ταινία τους έχει ταξιδέψει μέχρι στιγμής σε δεκάδες φεστιβάλ, έχοντας κερδίσει βραβεία, αλλά και θετικότατα σχόλια από κοινό και κριτικούς.
Είστε δυο Γάλλοι που κάνατε μια ταινία στην Νέα Υόρκη; Αλήθεια, πώς βρεθήκατε εκεί;
Λ.Μ. Ζήσαμε στη Νέα Υόρκη για πέντε μήνες. Μείναμε εντυπωσιασμένοι από την πόλη και τους ανθρώπους της. Έτσι αποφασίσαμε να κάνουμε μια ταινία στη Νέα Υόρκη πριν επιστρέψουμε στη Γαλλία.
Ρ.Α. Επίσης, γνωρίσαμε πολλούς σκηνοθέτες και ηθοποιούς από τη νεοϋορκέζικη arthouse σκηνή. Σκεφτήκαμε ότι θα ήταν χαζό να μην χρησιμοποιήσουμε κινηματογραφικά όλον αυτόν τον κόσμο και την ενέργεια που έβγαζε.
Είναι αυτοβιογραφική η ταινία σας;
Ρ.Α. Μέρος της ταινίας έχει εμπνευστεί από πραγματικά γεγονότα και πρόσωπα. Επίσης, έχουμε χρησιμοποιήσει στοιχεία από φίλους, γονείς και συγγενείς.
Λ.Μ. Θα προσέθετα ότι η ταινία δεν είναι αυτοβιογραφική, αλλά μάλλον βιογραφική. Υπάρχουν στοιχεία από πράγματα που ζήσαμε στη Νέα Υόρκη. Για παράδειγμα, πήγαμε σε μια συναυλία στο Μπρούκλιν όπου είδαμε ένα θεότρελο τύπο που έπαιζε μουσική με κάτι ακατανόητα όργανα! Από εκεί εμπνευστήκαμε τον ήρωα της ταινίας, τον Λίγουορντ, που παίζει μουσική με τα παιχνίδια της κόρης του…
Πώς αισθανθήκατε όταν βρεθήκατε μπροστά σε αυτό το νεοϋορκέζικο avant-garde όργιο και πώς προσπαθήσατε να το περάσετε στην ταινία σας;
Ρ.Α. Προσπαθήσαμε να είμαστε όσο περισσότερο ειλικρινείς μπορούσαμε. Υπάρχει πολύ μεγάλη διάθεση για δημιουργία στη Νέα Υόρκη. Μερικές φορές αυτή γίνεται ακραία ή αλλόκοτη. Εμείς προσπαθήσαμε να μην είμαστε εχθρικοί και κακοί απέναντι στην εξτραβαγκάντζα της πόλης.
Λ.Μ. Ήμασταν σατιρικοί, αλλά απέναντι και στα δυο άκρα και στο εμπορικό κύκλωμα και στην καλλιτεχνική επιτήδευση.
Στο σκηνοθετικό σας ντεμπούτο μπορεί να διακρίνει κάποιος επιρροές από το σινεμά του Τζάρμους ή του Κασσαβέτη.
Ρ.Α. Αυτό είναι φυσικό, γιατί μας αρέσει το σινεμά του Τζάρμους και του Κασσαβέτη. Επίσης, προσπαθήσαμε να δουλέψουμε όσο περισσότερο μπορούσαμε με τους ηθοποιούς μας. Προσπαθήσαμε να εφαρμόσουμε την Μέθοδο και για αυτό το λόγο κάναμε μαζί τους δυο μήνες πρόβες και αυτοσχεδιασμό.
Γιατί επιλέξατε να έχετε αυτήν την γλυκόπικρη indie ατμόσφαιρα στο φιλμ σας;
Ρ.Α. Ο Σπάικ Λι ευθύνεται για αυτό και η πρώτη του ταινία «She’s Gotta Have It», την οποία λατρεύουμε.
Λ.Μ. Έχουμε πολλά λόγια και κοντινά πλάνα στην ταινία. Εμείς μπορεί να το κλέψαμε αυτό από τον Σπάικ Λι, αλλά αυτός το είχε κλέψει πρώτος από τον Ζαν Λικ Γκοντάρ… Από την άλλη η ταινία έχει indie αισθητική γιατί απλούστατα δεν είχαμε πολλά λεφτά για να τη γυρίσουμε. Πάντως, δεν είχαμε στο μυαλό μας κάτι συγκεκριμένο. Θέλαμε, απλώς, να εστιάσουμε στους χαρακτήρες της ταινίας.
Από ότι έχω καταλάβει πρώτα βρήκατε τους ήρωές σας και μετά την ιστορία.
Λ.Μ. Κατά κάποιο τρόπο έτσι έγιναν τα πράγματα. Πρώτα από όλα, βρήκαμε τον μουσικό-πρωταγωνιστή και μετά φτιάξαμε το περιβάλλον του. Μετά ήμασταν βέβαιοι ότι στο σενάριο θα έπρεπε να υπάρχει μια νεαρή Γαλλίδα που ζει στη Νέα Υόρκη –όπως κάναμε και εμείς άλλωστε- και έτσι «ανακαλύψαμε» την Λιλάς. Αλλά υπήρξαν και κάποια πρόσωπα που μπήκαν στην ταινία, ατόφια από τη ζωή μας. Για παράδειγμα ο Μεξικανός ντελιβεράς που εμφανίζεται στο φιλμ είναι αυτός που μας έφερνε το φαΐ σπίτι μας…
Ρ.Α. Θέλαμε να επιστρέψουμε από τη Νέα Υόρκη με τις αναμνήσεις μας τυπωμένες στο φιλμ. Αυτός ήταν ούτως ή άλλως από την αρχή ο στόχος μας.
Έχετε δει κάποια ελληνική ταινία; Έχετε εικόνα για το ελληνικό σινεμά;
Ρ.Α. Φυσικά έχουμε δει… Ο «Κυνόδοντας» του Γιώργου Λάνθιμου είναι εξαιρετική ταινία. Επίσης, σε ένα φεστιβάλ είδαμε «Το Αγόρι Τρώει το Φαγητό του Πουλιού» του Έκτορα Λυγίζου που μας άρεσε πολύ.